Free Essay

Bleh

In:

Submitted By juliadan
Words 16487
Pages 66
MIDNIGHT SUN

1.Πρώτη ματιά
Αυτή ήταν η περίοδος της ημέρας κατά την οποία ευχόμουν να μπορούσα να κοιμηθώ.
Λύκειο.
Ή μήπως καθαρτήριο ήταν η σωστή λέξη; Αν υπήρχε κάποιος τρόπος να επανορθώσω για τις αμαρτίες μου, τότε μάλλον αυτός ο τρόπος θα ήταν να πηγαίνω στο Λύκειο. Η πλήξη δεν ήταν κάτι το όποιο το συνήθιζα. Κάθε μέρα φαινόταν ακόμη πιο μονότονη από την προηγούμενη.
Υποθέτω πως αυτή ήταν μια μορφή ύπνου-αν ο ύπνος προσδιοριζόταν ως η αδράνεια ανάμεσα σε άλλες ενέργειες.
Παρατηρούσα τις ρωγμές του απέναντι γωνιακού τοίχου της καφετέριας και φανταζόμουν σχεδία που δεν υπήρχαν στην πραγματικότητα εκεί. Ήταν απλά ένας τρόπος να σβήνω τις φωνές που μουρμούριζαν σαν ορμητικό ποτάμι μέσα στο κεφάλι μου.
Αρκετές εκατοντάδες φωνές τις έδιωχνα από βαρεμάρα.
Όταν είχε να κάνει με το ανθρώπινο μυαλό, τα είχα ακούσει όλα πολλές φορές. Σήμερα, όλες οι σκέψεις είχαν επικεντρωθεί σε μια προσθήκη στον μικρό αριθμό του μαθητικού σώματος εδώ. Με το παραμικρό ενθουσιάζονταν όλοι. Το είχα δει το καινούριο πρόσωπο σε τόσες σκέψεις, από τόσες πολλές διαφορετικές οπτικές γωνίες. Απλά ένα κανονικό ανθρώπινο κορίτσι. Ο ενθουσιασμός για την νεόφερτη ήταν προβλέψιμος και κουραστικός, σαν να κουνάς ένα γυαλιστερό αντικείμενο σε ένα παιδί. Τα μισά αγόρια του σχολείου ήδη φαντάζονταν τους εαυτούς τους ερωτευμένους μαζί της, απλά επειδή όταν κάτι καινούριο. Προσπάθησα σκληρότερα να διώξω τις σκέψεις τους.
Μόνο τέσσερις φωνές έδιωχνα από ευγένεια παρά αποστροφή : της οικογένειάς μου, των αδελφών μου, οι οποίοι είχαν συνηθίσει την έλλειψη ιδιωτικότητας με την δική μου παρουσία, που συνήθως δεν το σκέφτονταν καν. Τους έδινα όση ιδιωτικότητα μπορούσα. Προσπαθούσα να μην τους ακούω.
Όμως όσο και αν προσπαθούσα, παλιήξερα.
Η Ρόζαλι σκεφτόταν, ως συνήθως, για τον εαυτό της. Πέτυχε στην αντανάκλαση των γυαλιών κάποιου, το προφίλ της, και συλλογιζόταν για την τελειότητά της. Το μυαλό της Ρόζαλι ήταν σαν μια ρηχή πισίνα με ελάχιστες εκπλήξεις.
Ο Έμετ ήταν ακόμα νευριασμένος για έναν αγώνα πάλης, στον οποίο τον νίκησε ο Τζάσπερ το προηγούμενο βράδυ. Θα χρειαζόταν όλη του την υπομονή για να περιμένει να τελειώσει η σχολική μέρα για απαιτήσει επανάληψη του αγώνα. Βασικά, ποτέ δεν νιώθω ότι καταπατάω την ιδιωτικότητα του Έμετ όταν ακούω τις σκέψεις του επειδή ποτέ δεν σκέφτεται κάτι που δεν λέει. Ίσως να ένιωθα ενοχές όταν διάβαζα τις σκέψεις των άλλων επειδή ήξερα ότι υπήρχαν πράγματα που δεν θα ήθελαν να ξέρω. Αν το μυαλό της Ρόζαλι ήταν μια ρηχή πισίνα, τότε το μυαλό του Έμετ ήταν μια κρυστάλλινη λίμνη, χωρίς σκιές, πεντακάθαρη.
Και ο Τζάσπερ... υπέφερε. Καταπίεσα έναν αναστεναγμό.
Έντουαρντ. Με φώναξε η Άλις στις σκέψεις της, και αμέσως είχε την προσοχή μου.
Ήταν ακριβώς σαν να φώναζε το όνομα μου δυνατά. Χαιρόμουν που το όνομά μου ήταν πια εκτός μόδας. Ήταν σπαστικό. Κάθε φορά που κάποιος σκεφτόταν για οποιονδήποτε Έντουαρντ, το κεφάλι μου γυρνούσε αυτόματα.
Το κεφάλι μου όμως δεν γύρισε αυτή τη φορά. Η Άλις και εγώ είχαμε γίνει καλοί στις ιδιωτικές μας συζητήσεις. Σπανίως μας έπιανε κανείς. Το βλέμμα μου παρέμεινε στις ρωγμές του τοίχου.
Πως κρατιέται; Με ρώτησε.
Συνοφρυώθηκα, ελάχιστη όμως η αλλαγή στην έκφρασή μου. Τίποτα που θα με φανέρωνε στους άλλους. Θα μπορούσα κάλλιστα να έπαιρνα τέτοια έκφραση από βαρεμάρα.
Οι σκέψεις της Άλις τωρα ήταν αναστατωμένες, είδα στο μυαλό της πως εψαχνε να δει για το κοντινο μελλον του Τζάσπερ στα οράματά της.Υπάρχει κίνδυνος; Συνεχισε να ψαχνει στα μονοτονα οράματά της, τον λογο που συνοφρυώθηκα.
Γύρισα το κεφάλι μου αργά προς τα αριστερά, σαν να κοιτάω τα τούβλα στον τοίχο, αναστέναξα, και γυρισα το κεφάλι μου προς τα δεξιά, κοιτώντας παλι τις ρωγμες. Μόνο η Άλις ήξερε ότι κουνούσα το κεφαλι μου, απαντώντας στην ερώτησή της.
Τότε ηρέμησε λιγο. Να μου πεις αν χειροτερέψει.
Κούνησα μονο τα μάτια μου, πρωτα πάνω στο ταβάνι, και ξανά κατω.
Σ’ευχαριστω που το κανεις αυτό.
Χαίρομουν που δεν μπορούσα να της απαντήσω φωναχτά. Τι θα της έλεγα;«Ευχαρίστησή μου;» Ήταν κάθε άλλο παρά αυτό. Δεν χαιρόμουν να ακούω τις προσπάθειες του Τζάσπερ. Ήταν πραγματικα απαραίτητο να πειραματίζεται έτσι; Δεν θα ηταν πιο ασφαλές να παραδεχτούμε ότι μπορει να μην μπορέσει ποτέ να ελεγξει την δίψα του όπως εμείς οι υπόλοιποι, και να μην τον σπρώχνουμε στα όρια του;
Είχαν περάσει δύο εβδομάδες από το τελευταίο μας κυνήγι. Αυτό δεν ήταν και ιδιαίτερα δύσκολο για εμάς τους υπόλοιπους, ηταν ένα υποφερτο χρονικό διάστημα. Ίσως να γινόταν λίγο άβολο καμιά φορά-αν ενας άνθρωπος ερχόταν πολύ κοντά, αν ο άνεμος φυσούσε από την λαθος κατεύθυνση. Όμως οι άνθρωποι σπανίως περπατούσαν κοντά μας. Το έντστικτό τους τους έλεγε αυτό που το συνειδητό τους μυαλο δεν μπορούσε να καταλάβει: ήμασταν επικίνδυνοι.
Τώρα, ο Τζάσπερ ήταν πολύ επικίνδυνος .
Εκείνη τη στιγμή, ένα μικρό κορίτσι σταμάτησε στο τέλος του κοντινότερου τραπεζιου, για να μιλήσει σε κάποιους φίλους της. Τίναξε τα κοντα ξανθά μαλλια της χτενίζοντας τα με τα δαχτυλα της. Οι θερμαντήρες εστειλαν την μυρωδιά της προς εμάς.Είχα συνηθίσει το πως με έκανε να νιωθω αυτή η οσμη- ο στεγνός πόνος στον λαιμο, η κοιλή λαχτάρα στο στομάχι μου, το αυτόματο σφίξιμο των μυών μου, η ροη του δηλητηρίου στο στόμα μου...
Αυτό ήταν κάτι το φυσιολογικό, συνήθως εύκολο να αγνοηθεί. Τώρα όμως ήταν δυσκολότερο, μιας και όλα ήταν δυνατότερα, αφου τα έβλεπα και μέσω του Τζάσπερ.Οχι μόνο η δικη μου δίψα, αλλα διπλή.
Ο Τζάσπερ άφηνε την φαντασία του να καλπάζει. Φανταζόταν τον εαυτό του να σηκώνεται από την θεση του δίπλα στην Άλις και να πηγαίνει να στέκεται διπλα στο κορίτσι. Σκεφτόταν να εσκυβε σαν να ήθελε να της ψιθυρίσει κάτι, και να άφηνε τα χείλη του να ακουμπησουν τον λαιμό της. Φανταζόταν πως θα ένιωθε, το ζεστό της αιμα που έρεε κατω από το απαλό της δερμα, στο στομα του.
Κλώτσησα την καρέκλα του.
Συνάντησε το βλέμμα μου για μια στιγμή και μετά κοίταξε κάτω. Άκουγα ντροπή και επαναστατική μάχη στις σκέψεις του.
«Συγνώμη», μουρμούρησε ο Τζάσπερ.
Σήκωσα τους ώμους μου.
«Δεν σκόπευες να κάνεις τίποτα,» του μουρμούρισε η Άλις, προσπαθώντας να τον καθυσηχάσει. «Θα το έβλεπα.»
Προσπάθησα να κρύψω την έκφρασή μου ,που θα ξεσκέπαζε το ψέμα της Άλις. Έπρεπε οι δυό μας να μένουμε ενωμένοι. Δεν ήταν εύκολο, να ακούς φωνές ή να βλέπεις οράματα για το μελλον. Και οι δύο φρικιά ανάμεσα σε αυτούς που ήδη ήταν φρικια. Προστατεύαμε τα μυστικά ο ενας του άλλου.
«Βοηθάει λιγο αν τους σκέφτεσαι σαν άτομα,» πρότεινε η Άλις, η ψιλή μουσική φωνή της ήταν πολύ γρήγορη για να καταλάβει καποιος άνθρωπος τι έλεγε, οσο κοντα κι αν στεκόταν. «Την λένε Γουίτνει. Εχει μια αδερφη μωρό που λατρεύει. Η μαμά της προσκάλεσε την ‘Εσμε σε εκεινο το πάρτυ κήπου, θυμάσαι;»
«Ξέρω ποια είναι,» είπε κοφτα ο Τζάσπερ. Γύρισε αλλου και κοίταζε εξω από ένα από τα μικρα παράθυρα. Ο τόνος της φωνής του ειχε λήξει την συζήτηση.
Θα έπρεπε να πάει για κυνήγι σήμερα. Ήταν γελοίο που έπαιρνε τέτοια ρισκα, προσπαθώντας να δοκιμάσει τις δυνάμεις του και να δυναμώσει την αντοχή του. Ο Τζάσπερ έπρεπε απλά να αποδεχτεί ποια ήταν τα όριά του και να δουλέψει μέσα σε αυτά. Ο προηγούμενος τρόπος ζωής του δεν ήταν σαν τον δικό μας. Δεν θα έπρεπε να πιέζει τον εαυτό του με τέτοιο τρόπο.
Η Άλις αναστέναξε σιωπηλά και σηκώθηκε, παίρνοντας τον δισκο με το φαγητό της-το αξεσουάρ της, όπως ήταν- μαζι της και έφυγε αφήνοντάς τον μόνο του. Ήξερε πότε δεν χρειαζόταν άλλη ενθάρρυνση. Αν και η Ρόζαλι και ο Έμετ ήταν πιο επιδεικτικοί με την σχέση τους, η Άλις και ο Τζάσπερ ήταν αυτοί που ήξεραν τα κέφια και την συμπεριφορά ο ενας του αλλου σαν να ήταν δικα τους. Σαν να διάβαζαν και αυτοι μυαλά-αλλα μονο ο ενός του άλλου.
Έντουαρντ Κάλεν.
Αυτόματη αντίδραση. Γύρισα στο άκουσμα του ονόματός μου, αν και δεν το φώναξε κανείς, απλα το σκέφτηκε.
Το βλέμμα μου δασταυρώθηκε για ένα κλασμα του δευτερολέπτου με ένα ζευγάρι μεγαλα, σοκολατί ανθρωπινα μάτια πανω σε ένα χλωμό -σχημα καρδιας- πρόσωπο. Το ήξερα αυτό το πρόσωπο, αν και ποτε δεν το είχα δει ο ίδιος πριν από αυτή τη στιγμή. Το ειχα δει σε κάθε ανθρωπινο μυαλό σημερα. Η καινούρια μαθήτρια, Ιζαμπέλλα Σουάν. Κόρη του αρχηγού της τοπικής αστυνομίας, που ήρθε να μεινει εδώ λόγω μιας καταστασης. Μπέλλα. Διόρθωνε οσους χρησιμοποιούσαν ολόκληρο το όνομά της…
Έστρεψα αλλού το βλεμμα μου πλήττωντας. Μου πήρε ένα δευτερόλεπτο να συνειδητοποιήσω ότι δεν ήταν αυτή που σκέφτηκε το όνομά μου.
Φυσικά και είναι ήδη τσιμπημένη με τους Κάλεν, ακουσα την ιδια σκέψη να συνεχίζει.
Τώρα μόλις αναγνώρισα την ‘φωνή.’ Τζέσικα Στάνλι- είχε καιρό να με ενοχλήσει με την εσωτερική της φλυαρία. Τι ανακουφιση που είχα νιωσει όταν ξεπέρασε το παρατεταμένο της κόλλημα για μενα. Ήταν σχεδόν αδύνατο να αποδράσω από τις συνεχείς γελοιες της φαντασιώσεις. Ευχόμουν ,τοτε, να μπορούσα να της εξηγήσω ακριβώς τι θα γινόταν αν τα χείλη μου, μαζι με τα δοντια πισω τους, βρίσκονταν σε κοντινή απόσταση από αυτήν. Αυτό θα σώπαζε τις ενοχλητικές φαντασιώσεις της. Η σκέψη και μονη της αντίδρασής της με έκανε σχεδον να χαμογελάσω.
Σιγά το καλό που θα της κάνει, συνέχισε η Τζεσικα. Δεν είναι καν όμορφη.Δεν ξερω γιατι ο Έρικ την κοιταει τόσο επίμονα….ή ο Μάικ.
Αντέδρασε μεσα της στην σκέψη του τελευταίου ονόματος. Το νέο της κόλλημα, ο σχετικα δημοφιλής Μάικ Νιούτον,ο οποιος της ήταν απόλυτα αδιάφορος. Προφανώς όμως δεν ήταν αδιάφορος οσον αφορούσε την καινούρια. Πάλι σαν το παιδι με το καινούριο γυαλιστερό αντικείμενο. Αν και η Τζέσσικα μιλουσε ευγενικα στην Μπελλα, υπηρχε μια κακια στις σκέψεις της, καθως εξηγούσε στην καινούρια για την οικογένειά μας. Μάλλον θα ρωτησε.
Και εμένα με κοιτάζουν όλοι σήμερα,σκέφτηκε η Τζέσικα με περηφάνια. Δεν είναι τύχη που η Μπέλλα έχει δύο μαθήματα μαζί μου? Βάζω στοιχημα ότι ο Μάικ θα θέλει να με ρωτήσει τι-
Προσπάθησα να μπλοκάρω την φλυαρία της πριν με τρέλαινε.
«Η Τζέσικα Στάνλει λεει στην καινούρια για μας.» Μουρμουρησα στον Εμετ για να ξεχαστω.
Χαχάνησε σιωπηλα.Ελπίζω να τα πεί καλά.σκέφτηκε.
«Μπα, τα λέει χωρις φαντασία. Μόνο λιγο σκάνδαλο. Ούτε καν λιγο τρόμο. Είμαι πολύ απογοητευμένος.»
Και η καινούρια?Είναι και αυτή απογοητευμένη με το κουτσομπολιό?
Περίμενα για να ακούσω τι σκεφτόταν η καινούρια για την ιστορία της Τζέσικα. Τι έβλεπε όταν κοιτουσε τα πρόσωπα της χλωμής μας οικογένειας που όλοι απέφευγαν;
Κατά κάποιον τρόπο ήταν δική μου η ευθύνη να ξέρω την αντίδραση της. Για να μας προστατέψω. Αν κάποιος υποπτευόταν τίποτα, χαρη στην ικονοτητα μου είχαμε μια προειδοποίηση και μπορουσαμε εύκολα να φύγουμε. Ειχε συμβει καμιά φορα στο παρελθόν- καποιοι άνθρωποι με μεγάλη φαντασία, μας έβλεπαν σαν χαρακτήρες σε βιβλια ή ταινίες. Συνήθως δεν το πετυχαιναν σωστα, αλλα μετακομίζαμε για να μην το ρισκάρουμε.
Πολύ σπάνια μαντευαν σωστα. Δεν τους δίναμε την ευκαιρία όμως να επιβεβαιώσουν την υπόθεσή τους. Απλά εξαφανιζόμασταν και γινόμασταν απλα μια τρομακτική ανάμνηση.
Δεν άκουγα τίποτα, αν και ακουγα προσεκτικα για σκεψεις κοντά στον βαρετό εσωτερικό μονόλογο της Τζέσικα. Τι παράξενο, μετακινήθηκε μήπως το κορίτσι; Μπα...Η Τζέσικα ακόμα της μιλούσε. Σήκωσα το κεφάλι μου για να τσεκάρω, νιώθωντας εκτός ισορροπίας. Το να τσεκάρω κατι που μπρουσε να μου πει η «δευτερη ακοή» μου ήταν κατι που δεν χρειάστηκε ποτε να κάνω.
Για δεύτερη φορα το βλέμμα μου διασταυρώθηκε με εκείνα τα ζεστά σοκολατί μάτια. Καθόταν ακριβώς εκει που καθόταν και πριν, και μας κοιτούσε ,κατι φυσιολογικό, αφου η Τζέσικα ακομα για τους Κάλεν της μιλούσε.
Το να σκεφτόταν για μας θα ήταν επίσης κατι φυσιολογικό.
Όμως δεν άκουγα ούτε ψίθυρο.
Ένα ελκυστικο κόκκινο χρωμα, σημάδεψε τα μάγουλά της και κοίταξε κάτω, μακρια από την ντροπη του νασε πιάνουν να κοιτάς έναν ξένο. Ευτυχώς που ο Τζάσπερ κοιτούσε ακόμα εξω από το παράθυρο. Δεν ήθελα να φανταστω τι θα έκαναν στον ελεγχό του οι μικρες λίμνες αίματος στα μάγουλα του κοριτσιού.
Τα συναισθήματα στο πρόσωπό της ήταν ξεκάθαρα σαν να συλλαβίζονταν στο πρόσωπό της : έκπληξη, καθως εβλεπε τις μικρές διαφορές αναμεσα στο είδος της και στο δικό μου, περιέργεια καθως άκουγε την ιστορία της Τζέσικα και κατι ακομα...θαυμασμος? Δεν θα ήταν η πρώτη φορα. Ήμσταν όμορφοι σε αυτούς, στα θηράματά μας. Και τέλος, ντροπη που την είδα να με κοιτάζει.
Αν και τα συναισθήματα φαίνονταν τοσο καθαρα στα παράξενα της ματια-παράξενα γιατί ειχαν τοσο βάθος, αφου τα καφέ ματια είναι συνήθως βαρετα- ακουγα μόνο σιώπη εκει που θα έπρεπε να υπήρχαν σκέψεις. Τίποτα απολύτως.
Ένιωσα άβολα
Δεν είχα ξανασυναντήσει τίποτα τετοιο. Μήπως είχα πάθει τίποτα; Δεν ενιωθα όμως διαφορετικά. Ανήσυχος, προσπαθησα σκληρότερα να ακούσω.
Όλες οι φωνες που μπλόκαρα ξαφνικα άρχισαν να φωναζουν μέσα στο κεφάλι μου.
...αναρωτιεμαι τι μουσικη να της αρέσει...ισως αν ανέφερα εκεινο το καινούριο cd...σκεφτόταν ο Μάικ Νιούτον, δυο τραπεζια μακρια-κολλημενος με την Μπέλλα Σουάν.
Δες πως την κοιτάει. Δεν του είναι αρκετό που τα μισα κοριτσια στο σχολείο περιμενουν αυτός να-...Ο Έρικ σκεφτοταν, κι αυτος για το κορίτσι.
...αηδιαστικό. Θα νόμιζες ότι είναι και καμία διάσημη!Ακόμα και ο Έντουαρντ Κάλεν την κοιτάει... H Λόρεν Μάλορυ ζήλευε τόσο πολύ που το πρόσωπο της θα έπρεπε να είχε γίνει μπλε. Ακόμη και η Τζεσικα χαίρεται για την καινούρια της φίλη. Τι γελοιο...συνεχιζαν οι σκέψεις της, στάζοντας φαρμάκι.
...πάω στοιχημα πως όλοι της το έχουν ήδη ρωτήσει αυτό. Αλλα θελω να της μιλήσω. Πρέπει να σκεφτω μια πιο αυθεντική ερώτηση...σκεφτόταν η Άσλι Ντάουλινγκ.
...Ισως να ειμαστε μαζί στα Ισπανικά....Έλπιζε η Τζούν Ρίτσαρντσον.
...έχω τόσα να κάνω για απόψε! Γεωμετρια και το τέστ Αγγλικων. Ελπίζω η μαμά μου...η Άντζελλα Γουέμπερ σκεφτόταν. Ήταν ένα ησυχο κοριτσι και οι σκέψεις της ήταν πάντα ασυνήθιστα ευγενικες. Ήταν επίσης η μόνη που δεν είχε εμμονή με αυτή την καινούρια την Μπέλλα.
Μπορούσα να τους ακούσω όλους. Κάθε ασήμαντη σκέψη που περνούσε από το μυαλό του καθενός. Αλλα τίποτα απολύτως από την μαθήτρια με τα βαθια ξεκάθαρα ματια.
Αλλά φυσικα, μπορούσα να ακούσω τα λόγια της κοπέλας όταν μιλούσε στην Τζέσικα. Δεν χρειαζόταν να διαβάζω σκέψεις για να μπορεσω να ακούσω την χαμηλή καθαρή φωνή της από την άλλη άκρη της καφετέριας.
«Ποιό είναι το αγόρι με τα καστανοκόκκινα μαλλιά;»,την άκουσα να ρωταει κοιταζοντας προς το μέρος μου, μονο για να κοιταξει κατω όταν ειδε ότι την κοιτούσα ακόμα.
Έλπιζα ότι αν άκουγα την φωνή της θα με βοηθούσε να προσδιορίσω τον τόνο των σκέψεών της, αλλα αμέσως απογοητεύτηκα. Συνήθως οι σκέψεις των ατόμων ακούγονταν στον ιδιο τόνο με την φωνή τους. Άλλα αυτή η χαμηλή ντροπαλή φωνη μου ήταν τελείως άγνωστη και δεν ήταν ανάμεσα στις φωνες που χοροπηδούσαν στο μυαλό μου. Ήμουν σιγουρος. Ήταν μια τελείως καινούρια φωνη.
Α, Καλή τυχη, χαζη!, σκέφτηκε η Τζέσικα πριν απαντήσει στην ερώτηση της κοπέλας. «Αυτός είναι ο Έντουαρντ. Είναι κούκλος, φυσικα, αλλα μην σπαταλάς τον χρόνο σου. | Δεν βγαινει ραντεβού. Προφανώς καμία από τις κοπέλες εδώ δεν είναι αρκετά όμορφες γι’αυτόν.»,ειπε.
Γύρισα το κεφάλι μου για να κρύψω το χαμόγελο μου. Η Τζέσικα και οι συμμαθητριες της δεν είχαν ιδέα πόσο τυχερες ήταν που δεν τις εβρισκα ιδιαιτερα ελκυστικες.
Πέρα από το χιούμορ ενιωσα και μια παράξενη ορμη που δεν καταλαβαινα πλήρως. Είχε να κάνει με την κακία , στις σκεψεις της Τζέσικα, προς την καινούρια,η οποία ήταν ανυποψίαστη.Ενίωσα μια θέληση να επέμβω και να προστατέψω την Μπέλλα Σουάν από την Τζέσικα. Τι παράξενο συναίσθημα. Προσπαθώντας νακαταλάβω τα κίνητρα πισω από αυτή την ορμη, παρατήρησα το κορίτσι για άλλη μια φορά.
Ίσως να ήταν ένα θαμμένο προστατευτικό ένστικτο-δυνατος για τον αδύναμο. Αυτό το κορίτσι έδειχνε ακόμα πιο ευθραυστο και από τους συμμαθητές της.
Το δέρμα της, τοσο απαλο, δεν φαινόταν να την προστατεύει και πολύ από τον έξω κόσμο. Μπορούσα να δω τον ρυθμικό παλμό της μέσα από τις φλέβες της κάτω από την καθαρή απαλή μεμβράνη… Αλλά δεν έπρεπε να συγκεντρώνομαι σε αυτό. Ήμουν καλός σε αυτήν την ζωή που είχα επιλέξει, αλλα ήμουν όσο διψασμένος ήταν και ο Τζάσπερ και δεν έπρεπε να προσκαλω τους πειρασμούς.
Ειχε μια μικρη ρυτίδα ανησυχίας στο μέτωπό της, για την οποία φαινόταν να αγνοεί.
Ήταν τόσο ενοχλητικό! Ήταν ξεκάθαρο το ότι της ήταν δύσκολο να κάθεται εκει και να συζητάει με τόσους άγνωστους, να είναι το κέντρο της προσοχής. Αισθανόμουν το πόσο ντροπαλή ήταν από τον τρόπο που κρατούσε τους ώμους της, ελαφρως καμπουριασμενα, σαν να ήταν έτοιμη να απορρίψει οτιδήποτε. Αλλα το μόνο που μπορούσα να κάνω είναι να αισθανομαι, να βλέπω, να φαντάζομαι.Μόνο σιώπή ερχόταν από το κορίτσι. Δεν άκουγα τίποτα. Γιατι;
«Πάμε;», μουρμούρισε η Ρόζαλι, αποσπώντας την προσοχή μου. Τράβηξα το βλέμμα μου από το κορίτσι με ένα αίσθημα ανακούφισης. Δεν ήθελα να συνεχίσω να αποτυγχαίνω σε αυτό-με τσάτιζε. Και δεν ήθελα να μου δημιουργηθεί κάποιο ενδιαφέρον για τις κρυμμένες της σκέψεις απλα επειδή μου ήταν κρυφές. Και χωρίς αμφιβολία όταν θα κατάφερνα να διαβάσω τις σκέψεις της-θα έβρισκα καποιον τρόπο-θα ήταν όσο συνηθισμένες και ρηχές ήταν και των υπόλοιπων ανρθρώπων. Δεν θα άξιζαν την προσπάθεια να τις φτάσω.
«Λοιπόν, η καινούρια μας φαβάται;», ρώτησε ο Έμετ περιμένωντας ακόμα για την απάντηση μου στην προηγούμενη του ερώτηση.
Σήκωσα τους ώμους μου. Δεν ενδιαφερόταν αρκετα για να ρωτήσει παραπάνω. Ούτε εγω θα έπρεπε να ενδιαφερομαι.
Σηκωθήκαμε από το τραπέζι και βγήκαμε από την καφετέρια.
Ο Έμετ, η Ρόζαλι και ο Τζάσπερ προσποιούνταν τους τελειόφοιτους και έφυγαν για τα μαθήματά τους. Εγω έπαιζα νεότερο ρόλο απ’αυτούς. Ξεκίνησα για το μάθημα Βιολογίας των πρωτοετών, προετοιμασμένος για την πλήξη. Το έβλεπα χλωμό, ενας ανθρωπος σαν τον Κο. Μπάνερ που ήταν μέσης νοημοσύνης, να κατάφερνε να βρεί κάτι στην διάλεξή του που θα ξάφνιαζε κάποιον με δυο πτυχία αποφοίτησης στην Ιατρικη.
Στην τάξη, βολευτηκα στην καρέκλα μου και άφησα τα βιβλία μου-τα αξεσουάρ μου, μιας και δεν έλεγαν κατι που δεν ήξερα-απλωμένα στο τραπέζι μου. Ήμουν ο μόνος μαθητής που είχε ένα τραπέζι για τον εαυτό του. Οι άνθρωποι δεν ήταν αρκετά έξυπνοι να ξέρουν ότι με φοβούνταν, αλλα το ένστικτο επιβίωσής τους ήταν αρκετό για να τους κρατάει σε απόσταση.
Η αίθουσα άρχισε σιγα-σιγα να γεμίζει καθώς έρχονταν ολοι από την καφετέρια. Κάθισα πισω στην καρέκλα μου και περίμενα για τον χρόνο να κυλήσει. Και πάλι ευχόμουν να μπορούσα να κοιμηθω.
Έπειδή την σκεφτόμουν, όταν η Αντζελα συνόδευε την καινούρια μεσα στην τάξη, το όνομα της μου τράβηξε την προσοχη.
...Η Μπέλλα φαίνεται και αυτή ντροπαλή σαν εμένα. Μακάρι να μπορούσα να της πώ κάτιαλλα μάλλον θα ακουγόταν χαζό...
Ναι! Σκέφτηκε ο Μάικ Νιούτον, στριφογυρίζοντας στην καρέκλα του καθώς έβλεπε τα κορίτσια να μπαίνουν.
Και πάλι από εκει που στεκόταν η Μπέλλα δεν άκουγα τίποτα. Το κένο όπου θα έπρεπε να βρίσκονται οι σκέψεις της , με ενοχλούσε.
Πλησίασε, προχωρώντας στον διάδρομο δίπλα μου για να φτάσει στην έδρα του καθηγητή. Καημένη...η θεση δίπλα μου ήταν η μόνη κενή. Αυτόματα έκανα χώρο στην πλευρά του θρανιού που θα ήταν δικιά της, βάζοντας τα βιβλια μου σε μια στίβα. Αμφέβαλλα πως θα ένιωθε άνετα εκεί. Την περιμενε ένα μεγάλο εξάμηνο-σε αυτην την τάξη τουλαχιστον. Ίσως όμως να μάθαινα περισσοτερα για αυτήν ετσι-οχι ότι χρειζόμουν ποτε στενή επαφη,όχι ότι θα μάθαινα τιποτα που θα άξιζε...
Η Μπέλλα Σουάν πέρασε μπροστα από το ρεύμα ζεστού αέρα που έφτανε σε εμένα..
Η μυρωδιά της με χτύπησε σαν ρόπαλο, σαν σφυρι. Δεν υπήρχε αρκετα βίαιη εικόνα για να περιγράψω την δύναμη αυτού που μου συνέβη εκείνη τη στιγμη.
Εκείνη την στιγμή, τα κομμάτια ανθρωπότητας που ειχα καταφέρει τόσο καιρό να διατηρησω, δεν υπήρχαν.
Εγώ ήμουν κυνηγός. Αυτή ήταν το θήραμά μου. Δεν υπήρχε τίποτε άλλο στον κόσμο, παρα αυτή η αλήθεια.
Δεν υπήρχε αίθουσα γεμάτη με μάρτυρες-ήταν ήδη δευτερέυοντα θύματα στο μυαλό μου. Το μυστήριο των σκέψεών της ήταν ήδη ξεχασμένο. Οι σκέψεις δεν σήμαιναν τίποτα, μιας και δεν θα σκεφτόταν για πολύ ακόμα...
Ήμουν βρυκόλακας, και αυτή είχε το πιο γλυκό αίμα που είχα μυρίσει σε ογδόντα χρονια.
Δεν ειχα φανταστει ποτέ ότι υπήρχε καν τέτοια μυρωδιά. Αν το ήξερα, θα είχα πάει να την ψάξω πριν χρόνια. Θα χτένιζα τον πλανήτη για να την βρώ. Μπορούσα να φανταστώ την γέυση...
Η δίψα έκαιγε τον λαιμό μου σαν φωτιά. Το στόμα μου ήταν ξερό και έκαιγε. Η ροή δηλητηρίου δεν βοήθουσε καθόλου για να μειώσει αυτό το αίσθημα. Το στομάχι μου διπλώθηκε από την πείνα. Οι μύς μου σφύχτηκαν, ετοιμοι για να ορμήξω.
Δεν είχε πέρασει καν ένα δευτερόλεπτο. Η κοπέλα ήταν ακόμα ήταν στο ίδιο βήμα που την έβαλε στο ρέυμα αέρα.
Καθώς το πόδι της ακούμπησε στο έδαφος, τα μάτια της γλύστρησαν σ’εμένα προσπαθώντας να είναι διακρητική. Το βλέμμα της συνάντησε το δικό μου και είδα τον έαυτο μου καθρευτισμένο στα μάτια της.
Το σόκ του προσώπου που είδα, έσωσε την ζωή της για λίγες στιγμές.
Αυτή όμως δεν με διευκόλυνε κι όλας. Μόλις επεξεργάστηκε την έκφραση στο πρόσωπό μου, αίμα πλυμμύρησε στα μάγουλά της, κάνοντας το δέρμα της το πιο εύγευστο χρώμα που είχα δεί ποτέ. Η μυρωδιά της ήταν σαν πυκνή ομίχλη στο μυαλό μου. Με το ζόρι μπορούσα να σκεφτώ μέσα σε αυτην. Οι σκέψεις μου οργίαζαν, αντιστέκονταν στον έλεγχο, ασυνάρτητες.
Η κοπέλα προχωρούσε πιο γρήγορα τωρα, σαν να ήξερε ότι έπρεπε να αποδράσει. Η βιασύνη της την έκανε αδέξια-σκόνταψε και παραπάτησε, σχεδόν πέφτωντας πάνω στο κορίτσι που καθόταν μπροστά μου. Ευάλωτη, αδύναμη. Ακόμα περισσότερο από το συνηθισμένο για άνθρωπο.
Προσπάθησα να συγκεντρωθω στο πρόσωπο που είδα στα μάτια της, το πρόσωπο που αναγνώριζα με αποστροφή.Το πόσωπο του τέρατος μέσα μου-το πρόσωπο που που πάλεψα με δεκαετίες προσπάθειας και ασυμβίβαστης πειθαρχείας. Πόσο έυκολα βγήκε τώρα στην επιφάνεια!
Η μυρωδιά της στριφογύρισε γύρω μου πάλι, σκορπίζωντας τις σκέψεις μου και σχεδόν ωθόντας με να σηκωθώ από την καρέκλα μου.
Όχι.
Το χέρι μου γράπωσε το τραπέζι από την κάτω άκρη του, σαν να προσπαθούσα να κρατηθώ στην θέση μου. Το ξύλο όμως δεν άντεξε. Το χέρι μου το συνέθλιψε και έμεινα με μία χουφτα σκλήθρες. Το αποτύπωμα των δάχτυλων μου εμεινε στα απομεινάρια του ξύλου.
Κατέστρεψε τις αποδείξεις. Δευτερέυοντα θύματα.
Ήξερα τι έπρεπε να γινει τώρα. Το κορίτσι θα έπρεπε να έρθει να κάτσει δίπλα μου και εγώ θα έπρεπε να τη σκοτώσω.
Τους αθώους παριστάμενους, δεκαοχτώ παιδιά και έναν άντρα, δεν θα τους επέτρεπα να φύγουν από αυτην την αίθουσα, έχωντας δει αυταν που θα έβλεπαν σύντομα.
Απέφυγα την σκέψη του τι θα έπρεπε να κάνω. Ακόμα και στα χειρότερα μου δεν είχα πράξει τέτοιου είδους κτηνωδία. Εδώ και δεκαετίες δεν είχα σκοτώσει αθώους. Και τώρα σκόπευα να σκοτώσω είκοσι με την μια.
Το πρόσωπο του τέρατος στον καθρεύτη με περιγελούσε.
Καθώς ένα μέρος μου έτρεμε το τέρας, ένα άλλο μερος μου σχεδίαζε.
Αν σκότωνα πρώτα το κορίτσι, θα είχα μόνο δεκαπέντε ή είκοσι δευτερόλεπτα μαζί της πρωτού οι υπόλουποι θα αντιδρούσαν.Ίσως και λίγο περισσότερο, αν δεν καταλάβαιναν στην αρχή τι έκανα. Αυτή δεν θα προλάβαινε ούτε καν να τσιρίξει ή να νιώσει πόνο. Δεν θα την σκότωνα απάνθρωπα. Μόνο αυτό μπορούσα να δώσω σε αυτήν την άγνωστη με το ελκυστικό αίμα.
Τότε όμως θα έπρεπε να τους σταματήσω πρίν δραπετεύσουν. Δεν θα χρειαζόταν να ανησυχήσω για τα παράθυρα, ήταν πολύ ψηλά και μικρα για να προσφέρουν αποφυγή σε κανέναν. Μόνο η πόρτα-αν την μπλόκαρα, ήταν παγιδευμένοι.
Θα ήταν πιο αργό και δύσκολο να τους προσπαθώ να τους σκοτώσω όλους καθως θα ήταν πανικοβλημένοι και θα επικρατούσε χάος. Αλλα δεν θα ήταν αδύνατο, απλά θα υπήρχε περισσοτερος θόρυβος. Καιρος για πολλες τσιρίδες. Κάποιος θα άκουγε...Και θα αναγκαζόμουν να σκοτώσω ακόμα περισσότερους αθωους αυτην τη σκοτεινή ωρα.
Και το αίμα της θα κρύωνε καθώς θα σκότωνα τους άλλους.
Η μυρωδιά της με τιμώρησε, κλεινωντας τον λαιμο μου με ξερή δίψα.
Οπότε πρώτα οι μάρτυρες.
Το φαντάστηκα όλο στο μυαλό μου. Βρισκόμουν στην μέση της αίθουσας. Θα έπαιρνα πρώτα την δεξιά πλευρά.Θα μπορούσα να σπάσω τέσσερις με πεντε αυχένες το δευτερόλεπτο, υπολογισα. Η δεξιά πλευρά θα ήταν τυχερή, δεν θα ήξεραν τι γινόταν. Το να παω στη αριστερή πλευρα και να τους σκοτώσω όλους θα μου έπαιρνε αλλα πεντε δευτερόλεπτα. Αρκετά για να δεί η Μπέλλα Σουάν τι την περίμενε. Αρκετά για να νιώσει φόβο. Αρκετα ισως-αν δεν πάγωνε από τον φόβο-για να τσιρίξει. Μια απαλή τσιρίδα που δεν θα έφερνε κανέναν τρέχοντας.
Πήρα μια βαθιά ανάσα, και η μυρωδιά της ήταν πάλι σαν φωτιά.
Τώρα γύριζε. Σε λιγα δευτερόλεπτα θα καθόταν λιγα εκατοστά μακριά μου.
Το τέρας μέσα στο μυαλό μου χαμογέλασε με προσδοκία.
Κοντα μου, κάποιος έκλεισε με δύναμη έναν φακελο. Δεν γύρισα να κοιτάξω ποίος άνθρωπος ήταν. Αλλα αυτή η κίνηση έστειλε προς το μέρος μου ένα κύμα κανονικου καθαρού αέρα.
Για ένα συντομο δευτερόλεπτο, μπορουσα να σκεφτώ καθαρά. Σε εκείνο το πολύτιμο δευτερόλεπτο είδα δυο πρόσωπα στο μυαλό μου, διπλα-δίπλα.
Το ένα ήταν το δικο μου, ή μαλλον ήταν: το τέρας με τα κόκκινα μάτια που είχε σκοτώσει τόσους ανθρώπους που είχα χάσει το μετρημα. Λογικοι, δικαιολογημένοι φόνοι. Δολοφόνος των δολοφόνων, δολοφόνος αλλων, λιγότερα δυνατων τεράτων. Ήταν ένας συμβιβασμός με τον εαυτό μου. Έπινα ανθρώπινο αίμα αλλα δεν ήταν ακριβής ο ορισμος. Τα θύματά μου ήταν ελάχιστα πιο ανθρώπινα από εμένα.
Το άλλο πρόσωπο ήταν του Καρλάιλ.
Δεν υπήρχε καμία ομοιότητα ανάμεσα στα δύο πρόσωπα. Ήταν σαν την μέρα με την νύχτα.
Δεν υπήρχε και λόγος να μοιάζουμε. Ο Καρλάιλ δεν ήταν ο πατέρας μου με την βιολογική έννοια. Δεν μοιράζαμε κοινά χαρακτηριστικά. Η ομοιότητα στο χρώμα ήταν αποτέλεσμα αυτού που ήμασταν. Κάθε βρυκόλακας είχε το ιδιο χλωμό παγωμένο δέρμα. Η ομοιότητα στο χρώμα των ματιών ήταν άλλο θέμα-αντανάκλαση κοινών αποφάσεων.
Και όμως, ενώ δεν υπήρχε λόγος για ομοιότητα, είχα φανταστεί οτι το πρόσωπό μου είχε αρχίσει να αντανακλά το δικό του,ως ένα σημείο, τα τελευταία εβδομήντα χρόνια που είχα ακολουθήσει τα βήματά του. Τα χαρακτηριστικά μου δεν είχαν αλλάξει, αλλα μου φαινόταν πως λιγη από την σοφία του υπήρχε στο πρόσωπό μου, πως λίγη από την ευσπλαχνία του μπορούσε να φανεί στο σχήμα του στόματός μου και ιχνη από την υπομονή του ήταν προφανή στο μέτωπό μου.
Όλες αυτές οι μικρές βελτιώσεις είχαν χαθεί στο πρόσωπο του τέρατος. Σε λιγες στιγμές, δεν θα έμενε τίποτα που θα αντανακλούσε τα χρόνια που πέρασα με τον δημιουργό μου, τον μέντορά μου, τον πατέρα μου-με όλες τις ένοιες που μετρούσαν. Τα μάτια μου θα γυάλιζαν κοκκινα σαν του διαβόλου, κάθε ομοιότητα θα χανόταν για πάντα.
Στο μυαλό μου, τα ευγενικά μάτια του Καρλάιλ δεν με έκριναν. Ήξερα πως θα με συγχωρούσε για την απαισια πράξη που σκόπευα να κάνω. Επειδή με αγαπούσε. Επειδή νόμιζεε ότι ήμουν καλύτερος απ’ότι ήμουν. Και θα συνεχιζε να με αγαπάει, ακόμα και τώρα που θα του αποδείκνυα ότι έκανε λάθος για μένα.
Η Μπέλλα Σουάν κάθισε στην καρέκλα δίπλα μου, οι κινήσεις της ήταν άκαμπτες και αμήχανες-από φοβο?- και η μυρωδιά του αίματός της δημιούργησε ένα άτεγκτο σύννεφο γύρω μου.
Θα απογοήτευα τον πατέρα μου. Η στεναχώρια και μόνο αυτης της σκέψης, με πονουσε σχεδόν όσο και η φωτιά στον λαιμό μου.
Έγειρα μακριά της με αποστροφή-αηδιασμένος από την θέληση του τέρατος να την σκοτώσει.
Γιατι έπρεπε να έρθει εδώ; Γιατι έπρεπε να υπάρχει; Γιατί έπρεπε να καταστρέψει την λίγη γαλήνη που είχα σε αυτή τη ’ζωή’; Γιατί επρεπέ αυτή η ενοχλητική ανθρώπινη κοπέλα να ειχε γεννηθει; Θα με κατέστρεφε.
Γύρισα το πρόσωπό μου μακριά της, καθώς με διαπέρασε ένα παράλογο κύμα μίσους.
Τι ήταν αυτό το πλάσμα; Γιατί σε εμένα, γιατι τώρα; Γιάτι έπρεπε να χάσω τα πάντα απλά επέιδη αυτή η κοπέλα αποφασισε να έρθει να μεινει σε αυτήν την πόλη;
Γιατι ήρθε εδώ?;
Δεν ήθελα να είμαι τέρας! Δεν ήθελα να σκοτωσω να σκοτώσω αυτην την αίθουσα, γεμάτη με ακίνδυνα παιδιά! Δεν ήθελα να χάσω όλα όσα κέρδισα όλη μου την ζωη με θυσιες και άρνηση!
Δεν θα το έκανα.
H οσμή ήταν το πρόβλημα, η αηδιαστικά ελκυστική μυρωδιά του αίματός της. Μόνο αν υπήρχε κάποιος τρόπος να αντισταθώ...αν ερχόταν ένα ρεύμα φρέσκου αέρα για να καθαρίσει το μυαλό μου.
Η Μπέλλα Σουάν ανακάτεψε τα μαλλιά της, στέλνωντας την οσμή της προς το μέρος μου.
Ήταν τρελη; Λες και ενθάρρυνε το τέρας! Το έβαζε σε πειρασμό.
Δεν υπήρχε κανένα φιλικό αεράκι για να διωξει την μυρωδια της. Συντομα όλα θα χάνονταν.
Όχι, δεν υπήρχε κάποιο φιλικό αεράκι. Αλλα δεν χρειαζόμουν να αναπνέω.
Σταμάτησα την κυκλοφορία αέρα στα πνευμόνια μου. Η ανακούφιση ήταν στιγμιαία, αλλα ελειπής. Είχα ακόμα την ανάμνηση της μυρωδιάς στο κεφάλι μου, την γέυση της στο πίσω μέρος της γλώσσας μου. Δεν θα κατάφερνα να αντισταθώ καν αυτό για πολύ. Αλλα ίσως να άντεχα για μια ώρα. Μια ώρα. Αρκετός χρόνος για να φύγω από την αίθουσα γεμάτη με θύματα που δεν χρειαζόταν να είναι θυματα. Μόνο να άντεχα για μια ώρα...
Ήταν άβολο, να μην αναπνέω. Το σώμα μου δεν χρειαζόταν οξυγόνο, αλλα ήταν ενάντια στο ένστικτό μου. Βασιζόμουν στην όσφρηση περισσότερο από τις υπόλοιπες αισθήσεις μου σε στιγμες στρες. Με οδηγόυσε στο κυνήγι, ήταν η πρώτη προειδοποίηση σε περίπτωση κινδύνου. Δεν συναντούσα συχνα τίποτε που να ήταν πιο επικίνδυνο από εμένα, αλλα η αυτοσυντήρηση ήταν εξίσου δυνατή για το είδος μου όσο και για τους ανθρώπους.
Άβολο, αλλα υποφερτό. Πιο υποφερτό από το να μυρίζω αυτην και να μην βυθίζω τα δόντια μου σε αυτό το λειο, απαλό,διαφανές δέρμα στο ζεστο, υγρό-
Μια ώρα! Μόνο μια ώρα. Δεν έπρεπε να σκέφτομαι την οσμή, την γεύση.
Το σιωπηλό κορίτσι ειχε ρίξει τα μαλλιά του ανάμεσα μας, σκύβοντας μπροστα ετσι ώστε απλώνονταν στον φάκελό της. Δεν μπορούσα να δω το πρόσωπό της, για να προσπαθήσω να διαβάζω τα συναισθήματα στα καθαρα,βαθιά της μάτια. Γι’αυτό είχε αφήσει τούφες των μαλλιών της ανάμεσά μας; Για να μου κρύψει εκείνα τα μάτια; Απο φόβο? Απο ντροπή; Για να κρατήσει τα μυστικά της από εμένα; | Η ενόχληση που ένιωθα προηγουμένως για την κοπέλα, από την ανικανότητά μου να την ακούσω, τώρα ήταν αδύναμη και χλωμή σε σύγκριση με την ανάγκη-και το μίσος- που ένιωθα τώρα. Γιατί μισούσα αυτην την γυναικα-παιδί δίπλα μου, την μισούσα με τόση ζέση,όση και η θέληση μου να κρατηθω στον παλιό μου εαυτο, οση και η αγάπη μου για την οικογένεια μου, τα ονειρά μου για να είμαι κατι καλύτερο απ’αυτό που ήμουν…Την μισούσα, μισουσα το πώς με έκανε να νιώθω-βοηθούσε λιγο. Ναι, η ενόχληση που ένιωθα πριν ήταν αδύναμη, αλλα βοηθούσε και λιγο. Προσπαθούσα να κρατηθώ από κάθε συναίσθημα που με αποσπούσε από το να φαντάζομαι τι γευση θα είχε...
Μίσος και ενόχληση. Ανυπομόνησία. Θα περνούσε ποτέ αυτή η ώρα?
Και όταν θα περνούσε; Αυτή θα έφευγε από αυτό το δωμάτιο. Και εγώ τι θα έκανα;
Θα μπορούσα να συστηθώ.Γειά, το όνομά μου είναι Εντουαρντ Κάλεν. Να σε συνοδέψω στο επόμενό σου μάθημα;
Θα συμφωνούσε. Θα ήταν ευγενικό. Και ήδη θα με φοβόταν όπως ήδη υποπτευόμουν πως ένιωθε, θα με ακολουθουσε. Θα ήταν σχετικά εύκολο να την οδηγήσω στην λάθος κατεύθυνση. Ένα κομμάτι του δάσους έφτανε μεχρι και το πάρκινγκ. Θα μπορούσα να της πώ ότι ξέχασα ένα βιβλίο στο αυτοκίνητό μου...
Θα πρόσεχε κανείς ότι έγω θα ήμουν το τελευταίο άτομο που ήταν μαζί της; Έβρεχε, ως συνήθως, δύο σκούρα αδιάβροχα να πηγαίνουν προς την λάθος κατεύθυνση δεν θα κινούσε και το ενδιαφέρον κανενός, ούτε θα με πρόδιδε.
Όμως δεν ήμουν ο μόνος που την παρατηρούσε-αν και κανείς δεν ήταν τόσο παρατηρητικός όσο εγώ. Ο Μάικ Νιούτον, ειδικα,πρόσεχε κάθε κίνησή της στην καρέκλα της-ήταν άβολα τόσο κοντά σε εμένα, όπως θα ήταν ο οποιοσδήποτε, όπως περίμενα ότι θα ένιωθε, πριν η μυρωδιά της καταστρέψει αυτές τις γενναιοδωρες σκέψεις. Ο Μάικ Νιούτον θα το πρόσεχε αν έφευγε από την τάξη μαζί μου.
Αν άντεχα μία ώρα, θα άντεχα και δεύτερη;
Προσπαθησα να αποφύγω τον πόνο της φωτιάς.
Θα επέστρεφε σε ένα άδειο σπίτι. Ο αρχηγος της αστυνομίας, Τσαρλυ Σουάν δούλευε όλη τη μέρα. Ήξερα το σπίτι του, όπως ήξερα κάθε σπίτι σε αυτήν την πόλη. Το σπίτι του ήταν χαντακωμένο δίπλα σε δάσος, χωρίς γείτονες. Ακόμη και να είχε χρόνο η κοπέλα να τσιρίξει,που δεν θα ειχε, δεν θα υπήρχε κανεις να την ακούσει.
Αυτός θα ήταν ο λογικός τρόπος να το χειριστώ. Εφτά δεκαετιες άντεξα χωρίς να πιώ ανθρώπινο αίμα. Αν κρατούσα την αναπνοή μου, θα άντεχα για δύο ώρες. Και ότααν θα ήταν μόνη της δεν θα χρειαζόταν να μπλεχτούν και αλλοι. Και δεν υπάρχει λόγος να βιαστεις σε αυτην την εμπειρία, συμφώνησε το τέρας.
Ήταν παρανόηση να νομίζω ότι σώζοντας τις δεκαεννέα ζωές σε αυτό το δωμάτιο με προσπάθεια και υπομονή, θα ήμουν λιγότερο τέρας όταν θα σκότωνα αυτό το αθώο κορίτσι.
Αν και την μισούσα, ήξερα πως το μίσος μου δεν ήταν δίκαιο. Ήξερα ότι στην πραγματικότητα μισούσα τον εαυτό μου. Και θα μας μισούσα και τους δύο περισσότερο, όταν αυτή θα ήταν νεκρή.
Κατάφερα να αντέξω μια ώρα ετσι-σκέφτοντας τους καλύτερους τρόπους να την σκοτώσω. Προσπάθησουσα να αποφεύγω την ίδια τηνπράξη όμως. Αυτό μπορει να ήταν πολύ για μενα, μπορει να έχανα την μάχη και να κατέληγα σκοτώνοντας όσους βρίσκονταν μέσα στην αίθουσα. Οπότε σχεδίαζα στρατηγικες και τίποτα παραπάνω. Ετσι αντεξα.
Μια φόρα πολύ κοντά στο τέλος, η κοπέλα με κοίταξε μέσα από τα μαλλιά της. Ένιωθα το άδικο μίσος που ένιωθα να καίγεται μέσα μου καθώς συνάντησα το βλέμμα της-έβλεπα την αντανάκλαση του στα τρομαγμένα της μάτια. Αίμα πλυμμήρησε τα μάγουλά της πριν ξανακρυφτεί πίσω από τα μαλλιά της, και με είχε σχεδόν αποτελειώσει.
Αλλα χτύπησε το κουδούνι. Την έσωσε το κουδούνι-κλισέ. Είχαμε σωθει και οι δύο. Αυτή σωθηκε από τον θάνατο, και εγω σώθηκα για λίγο από το να γίνω το εφιαλτικο τέρας που φοβόμουν και μισούσα.
Δεν μπορούσα να περπατήσω όσο αργά θα έπρεπε και έφυγα βολίδα από την αίθουσα.Αν με έβλεπε κανείς ίσως να υποπτεύονταν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με τον τρόπο που κινούμουν. Αλλα κάνείς δεν μου έδινε σημασία. Όλες οι ανθρώπινες σκέψεις στριφογύριζαν γύρω από το κορίτσι που ήταν καταδικασμένο να πεθάνει σε λιγότερο από μια ωρα.
Κρύφτηκα στο αυτοκίνητό μου.
Δεν ήθελα να σκέφτομαι τον εαυτό μου να κρύβεται. Ακουγόταν πολύ δειλό. Αλλα ήταν αναμφισβήτητα αύτη η περίπτωση τώρα.
Δεν είχα αρκετή πειθαρχεία για να βρίσκομαι αναμεσα σε ανθρώπους αυτή τη στιγμή. Το να συγκεντρώνω όλες μου τις δυνάμεις στο να μην σκοτώσω μια απο αυτούς, δεν μου άφηνε και πολλά για να αντισταθώ στους άλλους. Θα ήταν σπατάλη. Αν ήταν να ενδώσω στο τέρας, τούλάχιστον να έξιζε η ήττα.
Έβαλα να παίξει ένα CD με μουσική που συνήθως με χαλάρωνε, αλλα αυτή τη φορά δεν έκανε και πολλά. Όχι. Αυτό που με βοηθούσε περισσότερο ήταν ο δροσερός, υγρός, καθαρός αέρας που έμπαινε από τα ανοιχτά μου παράθυρα. Αν και θυμόμουν τη μυρωδιά του αίματος της Μπέλλα Σουάν πολύ καθαρά, το να εισπνέω καθαρό αέρα ήταν σαν να καθαρίζω το σώμα μου από την μόλυνσή της.
Ήμουν και πάλι λογικός. Μπορούσα να σκεφτώ. Και μπορούσα να παλέψω πάλι. Μπορούσα να παλέψω με αυτό που δεν ήθελα να είμαι.
Δεν χρειαζόταν να πάω στο σπίτι της. Δεν χρειαζόταν να την σκοτώσω. Προφανώς ήμουν ένα λογικό, σκεπτόμενο πλάσμα και έιχα επιλογή. Παντα υπήρχε επιλογή.
Δεν ένιωθα έτσι μέσα στην τάξη,αλλα ήμουν μακριά της τώρα. Ίσως αν την απέφευγα πολύ, πολύ προσεκτικά δεν υπήρχε λόγος να αλλάξει η ζωή μου. Ειχα τα πράγματα όπως μου άρεζαν.Γιατι να άφηνα μια ενοχλητική άγνωστη να τα καταστρέψει όλα;
Δεν χρειαζόταν να απογοητέυσω τον πατέρα μου. Δεν χρειαζόταν να προκαλέσω στην μητέρα μου στρές, ανησυχία και πόνο. Ναι, θα πονούσε και την θετή μου μητέρα. Και η Εσμέ ήταν τόσο καλη, ευγενικη και γλυκιά. Το να προκαλέσει κάποιος πόνο στην Εσμέ ήταν αδικαιολόγητο.
Τι ειρωνικό που ήθελα να προστατέψω αυτό το ανθρωπινο κορίτσι από την απειλή των αιχμηρών, γεμάτων κακία, σκέψεων της Τζέσικα. Ήμουν το τελευταίο άτομο που θα προστάτευε την Ιζαμπέλλα Σουάν. Δεν θα χρειαζόταν ποτε προστασία για τίποτα περισσότερο απ’ότι χρειαζόταν προστασία από εμένα.
Που ήταν η Άλις, παραξενεύτηκα ξαφνικα; Δεν με είχε δει να σκοτώνω την Σουάν με τόσους διαφορετικούς τρόπυς? Γιατί δεν είχε έρθει να βοηθήσει- να με σταματήσει ή να με βοηθήσει να ξεφορτωθω τις αποδείξεις? Ήταν τόσο απορροφημένη στο να ψαχνει για μπλεξίματα με τον Τζάσπερ, που έχασε αυτην την πιο τρομακτική πιθανότητα; Ήμουν πιο δυνατός απ’ότι νόμιζα? Πραγματικά, δεν θα έκανα τίποτα στο κορίτσι;
Όχι. ήξερα πως αυτό δεν ήταν αλήθεια. Η Άλις πρεπει να συγκεντρώνεται στον Τζάσπερ πολύ σκληρά. Έψαξα προς την κατεύθυνση που ήξερα ότι θα ήταν, στο μικρό κτίριο στο μάθημα Αγγλικών. Δεν μου πήρε πολύ να εντοπίσω την οικία της «φωνή». Και είχα δίκιο. Η κάθε της σκέψη ήταν στραμένη στον Τζάσπερ και έβλεπε τις παρα μικρές του αποφάσεις με μεγάλη λεπτομέρια.
Μακάρι να μπορούσα να ζητήσω την συμβουλή της, αλλα την ίδια στιγμή, χαιρόμουν που δεν ήξερε για τι ήμουν ικανός. Που αγνοούσε το μακελειό που είχα σκεφτει μέσα στην τελευταία ώρα.
Ένιωσα ένα νέο κάψιμο να διαπερνά το σώμα μου-της ντροπής. Δεν ήθελα να ξέρει κανείς τους τίποτα.
Αν μπορούσα να αποφύγω την Μπέλλα Σουάν, αν κατάφερνα να μην την σκοτώσω-ακομα και στην σκέψη, το τέρας αντιδρούσε ενοχλημένο-τοτε κανείς δεν θα χρειαζόταν να το μάθει. Αν μπορούσα να κρατηθώ μακριά από την οσμή της...
Δεν υπήρχε λόγος να μην δοκιμάσω τουλάχιστον. Να πάρω μια καλή απόφαση. Να προσπαθήσω να γίνω αυτό που νόμιζε ο Καρλάιλ πως ήμουν.
Η τελευταία σχολική ώρα είχε σχεδόν περάσει. Αποφάσισα να θέσω το σχέδιο μου σε εφαρμογή αμέσως. Καλύτερα από το να κάθομαι στο πάρκινγκ από όπου μπορει αυτή να περάσει και να καταστρέψει την προσπάθειά μου. Και πάλι ένιωσα ένα άδικο μίσος για το κορίτσι. Μισούσα που μου είχε τέτοια επιρροη -και ας μην το γνώριζε-, που μπορούσε να με κάνει κάτι που μισούσα.
Προχώρησα γρήγορα-λιγο υπερβολικά γρήγορα, αλλα δεν υπήρχαν μάρτυρες-προς το μικροσκοπικό γραφείο του σχολειου.
Το γραφείο ήταν άδειο εκτός από την γραμματέα, την οποία ήθελα να δω.
Δεν πρόσεξε την σιωπηλή μου είσοδο.
«Κυρία Κόουπ;»
Η γυναίκα με τα αφύσικα κόκκινα μαλλιά σήκωσε το βλέμμα της γουρλώνοντας τα μάτια της. Πάντα τους ξάφνιαζαμε, τα μικρά σημάδια που δεν καταλάβαιναν. Όσες φορές και να μας είχαν ξαναδεί.
«Α,» αναφώνησε μπερδεμένη. Ίσιαξε την μπλούζα της...Χαζη...,είπε στον εαυτό της. ...Είναι αρκετά νέος για να είναι γιός μου. Πολύ νέος για να τον βλέπω έτσι...«Γειά σου Έντουαρντ. Πως μπορώ να σε βοηθήσω?» Τα βλεφαρά της πετάρισαν πίσω από τα γυαλιά της.
Άβολο. Αλλα ήξερα πώς να είμαι γοητευτικός όταν ήθελα. Ήταν εύκολο, μιας και μπορούσα αμέσως να ξέρω πως σκέφτονται την κάθε μου χειρονομία.
Έγυρα μπρος τα μπροστά, συναντώντας το βλέμμα της σαν να κοίταζα μεσα στα ρηχα, μικρά καφέ της μάτια. Οι σκέψεις της ήδη πετούσαν. Αυτό θα ήταν εύκολο.
«Αναρωτιόμουν αν μπορείτε να με βοηθήσετε με το πρόγραμμά μου», είπα με την ζεστή μου φωνη ειδικά για να μην τρομαζω τους ανθρώπους.
Ακουσα τον ρυθμό του παλμού της να αυξάνεται.
«Φυσικά Εντουαρντ, πώς να βοηθήσω;»...Πολύ νέος, πολύ νέος..., έλεγε στον εαυτό της. Λάθος φυσικά. Ήμουν πιο μεγάλος και από τον παππού της. Αλλα σύμφωνα με το δίπλωμα οδήγησής μου, είχε δίκιο.
«Αναρωτιώμουν αν μπορώ να αλλάξω από βιολογία σε επιστήμη τελειοφοίτων? Φυσικη, ας πούμε;»
«Υπάρχει κάποιο πρόβλημα με τον κύριο Μπάνερ, Εντουαρντ;»
«Όχι, κανένα, απλά τα έχω ήδη μελετήσει αυτά που κάνουμε»
«Σε εκείνο το προσωρημένο σχολείο που είχατε πάει όλοι στην Αλάσκα, ναι» Τα μικρά της χείλη συνοφρυώθηκαν καθώς το σκεφτόταν.Θα έπρεπε όλοι τους να είναι στο πενεπιστήμιο....Εχω ακούσει τους καθηγητές να παραπονιούνται.Πάντα αποκρίνοντα χωρις δισταγμο, καμια λάθοςαπάντηση σε τεστ-σαν να έχουν βρεί τρόπο να αντιγράφουν σε όλα τα θέματα. Ο κύριος Βάρνερ θα προτιμούσε να πιστεύει ότι ένας μαθητής αντιγράφει, παρά ότι είναι πιο έξυπνος από αυτόν…Σίγουρα η μητέρα τους τους κάνει μαθήματα... «Βασικα, Έντουαρντν η Φυσική είναι σχετικά γεμάτη τωρα, Ο κύριος Βάρνερ μισεί να έχει περισσότερους από εικοσι-πέντε μαθητές στην τάξη του-»
«Δεν θα ενοχλούσα»
...Φυσικά όχι. Όχι ένας τέλειος Κάλεν... «Το ξέρω αυτό Έντουαρντ. Αλλα δεν υπάρχουν αρκετές θέσει ως έχει»
«Μπόρώ να αφήσω το μάθημα τοτε; Μπορώ να χρησιμοποιήσω τον ελεύθερο χρονο για ανεξάρτητη μελέτη».
«Να αφήσεις την Βιολογία;»το στόμα της έμεινε ανοιχτό. Αυτό είναι τρελό Πόσο δύσκολο είναι να παραμείνεις σε ένα μάθημα που ήδη ξέρεις; Πρέπει να υπάρχει κάποιο πρόβλημα με τον Κύριο Μπάνερ. Αναρωτιέμαι αν πρέπει να μιλήσω στον Μπόμπ γι’αυτό;«Δεν θα έχεις αρκετα για να αποφοιτήσεις».
«Θα τους προλάβω του χρόνου.»
«Ίσως να μιλήσεις στους γονεις σου γι’αυτό»
Η πόρτα άνοιξε πίσω μου, αλλα όποιος και αν ήταν δεν σκεφτόταν εμένα, οπότε αγνόησα την άφιξη και συγκεντρώθηκα στην κυρία Κόουπ. Έγειρα λιγάκι πιο κοντά, και γούρλωσα ελαφρώς τα μάτια μου. Θα με βόλευε περισσότερο αν τα μάτια μου ήταν χρυσα και όχι μαύρα. Το μαύρο τρόμαζε τους ανθρώπους, όπως και θα έπρεπε.
«Σας παρακαλώ κυρία Κόουπ». Έκανα την φωνη μου όσο πιο μαλακή και ελκυστική μπορούσα-και μπορούσα να την κάνω αρκετά ελκυστική. «Δεν υπάρχει κάποιο άλλο μάθημα να αλλάξω; Ειμαι σίγουρος ότι όλο και κάτι θα υπάρχει ανοιχτό. Έκτη ώρα Βιολογίας δεν μπορει να είναι η μόνη μου επιλογη...»
Της χαμογέλασα, προσέχωντας να μην φανούν τα δοντια μου πολύ και την τρομάξουν, αφήνοντας την έκφρασή μου να μαλακώσει το πρόσωπό μου.
Οι παλμοί της αυξήθηκαν. Πολύ νέος, θύμισε στον εαυτό της μανιωδώς. «Ίσως να μιλούσα στον Μπομπ-εννοώ τον κύριο Μπάνερ, θα δω αν-»
Σε ένα δευτερόλεπτο όλα άλλαξαν: η ατμόσφαιρα στο δωμάτιο, η αποστολή μου, ο λόγος που έγερνα στην κοκκινομαλλα.Αυτό που ήταν για ένα σκοπό πριν ήταν τώρα για άλλον.
Ένα δευτερόλεπτο πηρε στην Σαμάνθα Ουέλς για να ανοίξει την πόρτα, να αφήσει ένα σημείωμα στο καλαθι διπλα στην πόρτα και να φυγει ξανα γρήγορα. Πήρε μόνο ένα δευτερόλεπτο το ξαφνικό ρεύμα αέρα να έρθει καταπάνω μου. Μονο ένα δευτερόλεπτο μου πήρε να καταλάβω γιατι το πρώτο άτομο που είχε μπει, δεν με ενόχλησε με τις σκέψεις του.
Γύρισα, αν και δεν χρειαζόταν για να σιγουρευτώ. Γύρισα αργα, πολεμώντας για να ελέγξω τους μύς που έπαναστατούσαν εναντίον μου.
Η Μπέλλα Σουάν στεκόταν με την πλάτη της ακουμπισμένη στον τοιχο, με ένα χαρτι στα χέρια της. Τα μάτια της ήταν πιο γουρλωμένα πο ποτέ καθως παρατηρούσε το αγριο, απάνθρωπο μου βλέμμα.
Η μυρωδιά του αίματός της ήταν πάντου στον αέρα μέσα στο μικρό γραφείο. Ο λαίμος μου πήρε φωτιά.
Το τέρας με κοιτουσε από τον καθρέφτη των ματιών της ξανά, μασκα κακου.
Το χέρι μου δίσταζε στον αέρα πάνω από τον παγκο.Δεν χρειαζόταν να κοιταω για να χτυπήσω το κεφάλι της κυριας Κοουπ στο θρανιο με αρκετη δύναμη ώστε να την σκοτώσω. Δύο ζωες αντι για είκοσι. Μια ανταλλαγή.
Το τέρας περίμενε αγχωμένο, ήθελε να το κάνω.
Αλλα πάντα υπήρχε επιλογη επρεπε να υπάρχει επιλογή.
Σταμάτησα την λειτουργία των πνευμόνων μου και σχημάτισα το πρόσωπο του Καρλάιλ μπροστά μου. Γύρισα να κοιτάξω την κυρία Κόουπ, και άκουσα την εσωτερική της έκπληξη στην αλλαγή της έκφρασής μου. Με απέφυγε, αλλα ο φόβος της δεν σχηματιζοταν με λογικές φράσεις.
Χρησιμοποιόντας όλον τον έλεγχο που είχα καταφέρει να αποκτήσω τις τελευταιες δεκαετίες άρνησης, έκανα την φωνή μου κανονική και λεία. Υπήρχε αρκετός αέρας στα πνευμόνια μου για να μιλήσω μια ακόμα φορα, βιαστικά.
«Δεν πειράζει τότε. Καταλαβαίνω πως είναι αδύνατον. Σας ευχαρστώ πολύ για την βοήθειά σας.»
Γύρισα και έφυγα από το γραφείο προσπαθώντας να μην νιώσω την ζεστη που έβγαζε το σωμα του κοριτσιου από το αίμα της, καθως την περνούσα.
Δεν σταμάτησα μέχρι να φτάσω στο αυτοκίνητό μου , προχωρόντας πολύ γρήγορα. Οι περισσότεροι άνθρωποι είχαν ήδη φύγει, οπότε δεν υπήρχαν πολλοι μάρτυρες. Άκουσα ένα παιδί, τον Ντι Τζει Γκάρετ που το πρόσεξε, να σκέφτεται.
...Από πού ήρθε ο Κάλεν; Λες και ξεπρόβαλε από το πουθενα…Αντε παλι με την φαντασία μου. Η μαμα μου παντα λεει... | Όταν μπήκα μεσα στο αυτοκίνητο, οι άλλοι ήταν ήδη εκεί. Προσπαθησα να ελέγξω την αναπνοή μου, αλλα εισέπνεα τον καθαρό αέρα σαν να ασφυκτιούσα.
«Έντουαρντ;» ρωτησε η Άλις με ανήσυχη φωνη.
Απλα κούνησα το κεφάλι μου.
«Τι στο διάολο έπαθες εσυ;» απαίτησε ο Έμετ, η προσοχή του ειχε αποσπαστει από την άρνηση του Τζάσπερ για επανάληψη του αγώνα.
Αντι να απαντήσω, έκανα όπισθεν. Έπρεπε να φύγω πριν με ακολουθησει η Μπέλλα Σουάν και εδώ. Ο προσωπικός μου δαίμονας, με στοίχειωνε…Έστριψα το αυτοκίνητο και πατησα το γκάζι. Ειχα ήδη φτασει τα σαραντα μέχρι να φτάσω τον δρόμο. Στον δρόμο έφτασα τα εβδομήντα πριν φτασω καν στην γωνια.
Χωρίς να κοιτάξω, ήξερα ότι ο Έμετ, η Ρόζαλι και ο Τζάσπερ γυρισαν να κοιτάξουν την Άλς. Αυτή ανασήκωσε τους ώμους της. Δεν μπορούσε να δει τι είχε ήδη γινει, μονο ότι προκειται να συμβει.
Κοιτούσε τώρα στα οράματα της για μενα. Και οι δύο επεξεργαστήκαμε αυτό που είδε και ξαφνιαστήκαμε.
«Φεύγεις;» , ψιθύρισε.
Οι κοίταξαν εμένα τωρα.
«Αλήθεια;»ειπα μεσα από τα δόντια μου.
Τότε ήταν που το είδε, όταν εμφανίστηκε και η άλλη επιλογη στο μέλλον μου, μια πιο σκοτεινή κατεύθυνση.
«Α...»
Η μπέλλα Σουάν νεκρή. Τα μάτια μου γυάλιζαν κατακόκκινα από το φρέσκο αίμα. Η αναζήτηση που θα ακολουθούσε. Το χρονικό διαστημα που θα έπρεπε να περιμένουμε για να ξαναξεκινήσουμε…
«Α...» είπε πάλι. Η εικόνα έγινε πιο ακριβής. Ειδα το εσωτερικο του σπιτιου του Αρχηγου Σουάν για πρώτη φορά, είδα την Μπέλλα σε μια μικρή κουζίνα με κίτρινα ντουλάπια, με την πλάτη της γυρισμένη σε εμένα καθώς την παρακολουθούσα από τις σκιές.Αφηνα την οσμή της να με τραβάει κοντά της.
«Σταμάτα!» φωναξα, μη μπορώντας να αντέξω άλλο.
«Συγνώμη», ψιθύρισε με ορθάνοιχτα μάτια.
Το τέρας χάρηκε.
Και τα οράματα της Άλις άλλαξαν πάλι. Ένας άδειος δρόμος το βράδυ, τα δέντρα στις άκρες του σκεπασμένα με χιόνι, καθως προχώρούσα με διακόσια χιλιόμετρα την ώρα.
«Θα μου λείψεις» ειπε, «Ασχετα αν θα είναι έστω για λίγο»
Η Ρόζαλι και ο Εμετ αντάλλαξαν προβληματισμένα βλεμματα.
Ειχαμε σχεδόν φτάσει στον δρόμο που οδηγούσε στο σπίτι μας.
«Άφησέ μας εδώ», με συμβούλεψε η Άλις «Πες το εσύ ο ίδιος στον Καρλάιλ».
Συμφώνησα, κουνώντας το κεφάλι μου, και το αυτοκίνητο σταμάτησε απότομα.
Ο Έμετ, η Ρόζαλι και ο Τζάσπερ βγήκαν έξω σιωπηλά. Θα ζητούσαν εξηγήσεις από την Άλις μόλις έφευγα. Η Άλις ακούμπησε τον ώμο μου.
«Θα κάνεις το σωστό», μουρμούρισε. Όχι από όραμα αυτή τη φορά-αλλα ήταν εντολή. «Είναι η μόνη οικογένεια του Τσάρλυ Σουάν. Θα σκότωνε και αυτόν»
«Ναι», είπα, συμφωνόντας μόνο με το τελευταίο. Βγήκε από το αυτοκίνητο και τα φρύδια την έσμιξαν από το αγχος. Ειχαν χαθει μεσα στο δάσος πριν γυρισω το αυτοκίνητο.
Επιταγχυνα προς την πόλη. Καθως ανέβασα την ταχύτητα στα ενενηντα, δεν ήμουν σίγουρος που ακριβώς πηγαινα. Για να πω αντίο στον πατέρα μου?Ή για να συμφωνήσω με το τέρας μέσα μου? Ο δρόμος προχωρουσε γρήγορα κάτω από τα λαστιχα μου.2. Ανοιχτό Βιβλίο
Έγειρα πίσω ακουμπώντας το χιόνι, αφήνοντας την στεγνή σκόνη να διαμορφωθεί από το βάρος μου. Το δέρμα μου είχε παγώσει για να ταιριάζει τον αέρα γύρω μου, και τα μικροσκοπικά κομμάτια πάγου τα ένιωθα σαν βελούδο.
Ο ουρανός ήταν πεντακάθαρος, καταπληκτικός με τα αστέρια, λαμπύριζαν μπλε κάπου και κίτρινα αλλού. Σχημάτιζαν υπέροχα σχέδια έναντι στο μαύρο σύμπαν-απιθανο θέαμα. Ιδιαίτερα όμορφο. Ή μάλλον θα ήταν αν μπορούσα πραγματικά να το δω.
Δεν καλυτέρευε η κατάσταση. Είχαν περάσει έξι μέρες, έξι μέρες κρυβόμουν εδώ στην ερημία των Ντενάλι, αλλά δεν ήμουν πιο κοντά στην ελευθερία απ’ότι ήμουν την στιγμή που μύρισα την οσμή της κοπέλας.
Όταν κοίταξα πάνω στον στολισμένο ουρανό, ήταν σαν να υπήρχε κάποια παρεμπόδιση ανάμεσα στα μάτια μου και την ομορφιά του. Η παρεμπόδιση ήταν ένα πρόσωπο, απλώς ένα ανθρώπινο πρόσωπο, αλλά δεν μπορούσα να το διώξω από το μυαλό μου.
Άκουσα τις σκέψεις που πλησίαζαν πριν καν ακούσω τα βήματα που τις συνόδευαν. Ο ήχος της κίνησης ήταν μόνο ένας αχνός ψίθυρος πάνω το χιόνι.
Δεν παραξενεύτηκα που η Τάνυα με ακολούθησε εδώ. Ήξερα ότι σκεφτόταν αυτήν τη συζήτηση που θα ακολουθούσε, τις τελευταίες μέρες, αναβάλλοντας την μέχρι να ήταν σίγουρη για το τι ακριβώς ήθελε να πει.
Την είδα περίπου σε απόσταση εξήντα γιάρδες μακριά, να καταλήγει σε μια κορυφή ενός μαύρου βράχου ισορροπώντας στα γυμνά της πόδια.Το δέρμα της Τάνυα ήταν ασημένιο με το φώς των αστεριών, και τα μαλλιά της έλαμπαν χλωμά, σχεδόν ροζ με την απόχρωση που είχαν. Τα χρυσά της μάτια γυάλισαν καθώς με είδε, μισοχωμένο στο χιόνι, και τα γεμάτα της χείλη σχημάτισαν αργά ένα χαμόγελο.
Υπέροχη. Αν μπορούσα πραγματικά να την δω. Αναστέναξα.
Έσκυψε , τα δάχτυλα της ακουμπούσαν στον βράχο, το σώμα της συσπειρώθηκε.
Κανόνι, σκέφτηκε.
Εκτοξεύτηκε προς τα πάνω. Η μορφή της σκοτείνιασε, δημιουργώντας σκιές καθώς στριφογύριζε με χάρη ανάμεσα στα αστέρια και εμένα. Διπλώθηκε σε μπάλα καθώς προσγειώθηκε πάνω στην στοίβα χιονιού που βρισκόταν δίπλα μου.
Μια θύελλα χιονιού δημιουργήθηκε γύρω μου. Τα αστέρια εξαφανίστηκαν και εγώ ήμουν χωμένος βαθιά μέσα στους μεταξωτούς κρυστάλλινους πάγους.
Αναστέναξα και πάλι, αλλά δεν κινήθηκα για να βγάλω τον εαυτό μου από εκεί. Η μαυρίλα κάτω από το χιόνι ούτε χαλούσε, ούτε βελτίωνε την θέα μου. Πάλι έβλεπα το ίδιο πρόσωπο.
«Έντουαρντ;»
Τότε χιόνι πετούσε και πάλι καθώς η Τάνυα το τίναζε από πάνω μου. Έδιωξε απαλά το χιόνι από το ακίνητό μου πρόσωπο, χωρίς να συναντήσει το βλέμμα μου.
«Συγνώμη», μουρμούρισε. «Ήταν μια πλάκα»
«Το ξέρω. Ήταν αστείο.»
Μόρφασε.
«Η Ιρίνα και η Κέιτ μου λένε να σε αφήσω μόνο σου. Πιστεύουν πως σε ενοχλώ.»
«Καθόλου» την βεβαίωσα. «Αντιθέτως, εγώ είμαι αγενής -απεχθώς αγενής. Λυπάμαι πολύ.»
...Φεύγεις, ε;, σκέφτηκε.
«Δεν είμαι …απόλυτα… σίγουρος ακόμα.»
...Αλλά δεν θα μείνεις εδώ. Η σκέψη της ήταν μελαγχολική, λυπημένη.
«Όχι. Δεν φαίνεται να βοηθάει...»
Μόρφασε πάλι. «Εγώ φταίω γι’αυτό, έτσι;»
«Φυσικά και όχι», είπα ψέματα ευγενικά.
Της χαμογέλασα.
...Σε κάνω να νιώθεις άβολα, κατηγόρησε.
«Όχι.»
Ανασήκωσε το ένα της φρύδι, η έκφρασή της ήταν τόσο δύσπιστη που έπρεπε να γελάσω. Ένα σύντομο γέλιο, που το ακολούθησε ένας αναστεναγμός.
«Εντάξει», παραδέχτηκα. «Πολύ λίγο.»
Αναστέναξε και αυτή και έβαλε το πιγούνι της στα χέρια της. Οι σκέψεις της ήταν ντροπιασμένες, απογοητευμένες.
«Είσαι χίλιες φορές πιο υπέροχη από τα αστέρια, Τάνυα. Φυσικά το ξέρεις ήδη αυτό. Μην αφήσεις τον δικό μου εγωισμό να μειώσει την αυτοπεποίθηση σου.» χασκογέλασα στο πόσο απίθανο ήταν αυτό.
«Δεν είμαι συνηθισμένη στην απόρριψη.» μουρμούρισε, το κάτω της χείλος σχημάτισε ένα πολύ γοητευτικό μούτρωμα.
«Φυσικά και όχι,» συμφώνησα και, ανεπιτυχώς, προσπάθησα να μπλοκάρω τις σκέψεις της καθώς θυμόταν τις χιλιάδες της κατακτήσεις. Η Τάνυα συνήθως προτιμούσε ανθρώπινους άντρες-ήταν περισσότεροι, πρώτον, και ένα επιπλέον πλεονέκτημα ότι ήταν μαλακοί και ζεστοί. Και πάντα πρόθυμοι, οπωσδήποτε.
«Αποπλανήτρια» την πείραξα, προσπαθώντας να διακόψω τις εικόνες στο μυαλό της.
Χαμογέλασε, δείχνοντας τα δόντια της. «Η αυθεντική».
Αντίθετα με τον Καρλάιλ, η Τάνυα και οι αδερφές της βρήκαν την συνείδησή τους αργά. Στο τέλος ήταν η συμπάθειά τους για τους ανθρώπινους άντρες που τις έστρεψε εναντίον στο να πίνουν ανθρώπινο αίμα. Τώρα αγαπούσαν…ζούσαν.
«Όταν ήρθες εδώ,» είπε αργά η Τάνυα. «Νόμιζα πως…»
Ήξερα τι νόμιζε. Και θα έπρεπε να το περιμένω. Αλλά δεν ήμουν και στα καλυτέρα μου για να αναλύσω τις σκέψεις της εκείνη τη στιγμή.
«Νόμιζες πως άλλαξα γνώμη.»
«Ναι.»Κατσούφιασε.
«Νιώθω απαίσια που παίζω με τις προσδοκίες σου, Τάνυα. Δεν ήθελα να-Δεν σκεφτόμουν. Απλά έφυγα…βιαστηκά.»
«Δεν θα μου πεις τον λογο…ε;»
Έκατσα τυλίγοντας τα χέρια μου γύρω από τα πόδια μου, κουλουριάζοντας αμυντικά. «Δεν θέλω να το συζητήσω.»
Η Τάνυα, η Ιρίνα και η Κέιτ ήταν πολύ καλές σε αυτόν τον τρόπο ζωής. Κάποιες φορές καλύτερες και από τον Καρλάιλ. Παρά την σχετική εγγύτητα που είχαν με αυτούς που θα έπρεπε να είναι-και κάποτε ήταν-τα θηράματά τους, δεν έκαναν λάθη. Ντρεπόμουν πολύ να παραδεχτώ την αδυναμία μου στην Τάνυα.
«Πρόβλημα με γυναίκες;», ρώτησε, αγνοώντας την απροθυμία μου.
Γέλασα χωρίς χιούμορ. «Όχι με την έννοια που σκέφτεσαι.»
Ήταν ήσυχη τότε. Άκουσα τις σκέψεις της καθώς μάντευε διαφορετικά πράγματα, προσπαθώντας να αποκρυπτογραφήσει το νόημα αυτού που είπα.
«Δεν πλησιάζεις καν.» Της είπα.
«Ένα στοιχείο;» Με ρώτησε.
«Άφησε το, σε παρακαλώ Τάνυα.»
Ήταν και πάλι ήσυχη, κάνοντας ακόμα υποθέσεις.
...Που θα πάς, Έντουαρντ αν φύγεις; Πίσω στον Καρλάιλ;
«Δεν νομίζω,» ψιθύρισα.
Πού θα πήγαινα; Δεν μπορούσα να σκεφτώ κανένα μέρος στον πλανήτη που να μου κινούσε το ενδιαφέρον. Δεν υπήρχε τίποτα που ήθελα να δω ή να κάνω. Γιατί, όπου και να πήγαινα, στην πραγματικότητα δεν θα πήγαινα κάπου- απλά θα έτρεχα από κάτι.
Το μισούσα αυτό. Πότε έγινα τόσο δειλός;
Η Τάνυα έβαλε το χέρι της γύρω από τους ώμους μου. Ξαφνιάστηκα, αλλά δεν απέφυγα του άγγιγμα της. Το εννοούσε σαν μια φιλική πράξη για να με παρηγορήσει. Περίπου.
«Εγώ πιστεύω πας θα πας πίσω.» είπε, και η φωνή της είχε λίγα ίχνη από την χαμένη ρωσική της προφορά. «Ότι …ή όποιος….σε στοιχειώνει. Θα το αντιμετωπίσεις και θα προχωρήσεις. Τέτοιος τύπος είσαι.»
Οι σκέψεις της, ήταν όσο σίγουρα ήταν και τα λόγια της. Προσπάθησα να αποδεχτώ το όραμά του εαυτού μου που είχε στο μυαλό της. Ήμουν κάποιος που αντιμετώπιζε οτιδήποτε. Ήταν ευχάριστο να βλέπω τον εαυτό μου πάλι έτσι. Ποτέ δεν είχα αμφισβητήσει το θάρρος μου, την δυνατότητα μου να αντιμετωπίζω δυσκολίες, πριν εκείνη την απαίσια ώρα στο μάθημα της Βιολογίας πριν από τόσο λίγο καιρό.
Την φίλησα στο μάγουλο, και τραβήχτηκα γρήγορα όταν γύρισε το πρόσωπό της προς το δικό μου, τα χείλη της ήδη σουφρωμένα. Χαμογέλασε αξιολύπητα στην ταχύτητά μου.
«Ευχαριστώ Τάνυα. Είχα ανάγκη να το ακούσω αυτό.»
Οι σκέψεις της έγιναν νευρικές. «Παρακαλώ, υποθέτω... Μακάρι να ήσουν πιο λογικός Έντουαρντ.»
«Λυπάμαι Τάνυα. Ξέρεις πως παραείσαι καλή για μένα. Απλά…δεν έχω βρει ακόμα αυτό που ψάχνω.»
«Αν φύγεις πριν σε ξαναδώ, τοτε…αντίο Έντουαρντ.»
«Αντίο Τάνυα.»Καθώς είπα τις λέξεις, μπορούσα να το δω. Έβλεπα τον εαυτό μου να φεύγει. Να είμαι αρκετά δυνατός για να επιστρέψω στο ένα μέρος που ήθελα να είμαι. «Ευχαριστώ και πάλι.»
Σηκώθηκε γεμάτη χάρη με μια κίνηση, και μετά έτρεχε σαν φάντασμα στο χιόνι τόσο γρήγορα που τα πόδια της δεν είχαν χρόνο να βυθιστούν στο χιόνι. Δεν άφησε ίχνη πίσω της. Δεν κοίταξε πίσω. Η απόρριψη μου την ενόχλησε περισσότερο απ’ότι έδειξε πριν, ακόμα και στις σκέψεις της. Δεν θα ήθελε να με ξαναδεί πριν φύγω.
Η έκφρασή μου ήταν πικρή. Δεν μου άρεζε που πλήγωνα την Τάνυα, αν και τα συναισθήματά της δεν ήταν βαθιά, ισα-ισα αγνά, και σε καμία περίπτωση δεν μπορούσα να τα ανταποδώσω. Και πάλι όμως με έκανε να νιώθω λιγότερο αξιοπρεπής.
Ακούμπησα το πιγούνι μου στα γόνατα μου και ξανακοίταξα τα αστέρια, αν και ξαφνικά ένιωθα ανυπομονησία για να φύγω. Ήξερα ότι η Άλις θα με έβλεπε να επιστρέφω, θα το έλεγε στους άλλους. Αυτό θα τους χαροποιούσε-ειδικά τον Καρλάιλ και την Εσμέ. Αλλά κοίταξα τα αστέρια για άλλη μια στιγμή, προσπαθώντας να δω πέρα από εκείνο το πρόσωπο στο μυαλό μου. Ανάμεσα στα υπέροχα αυτά φώτα και εμένα, ένα ζευγάρι μπερδεμένα σοκολατί μάτια με κοιτούσαν. φαινόταν να απορούν για το τι θα σήμαινε αυτή η απόφαση μου για εκείνη. Φυσικά δεν μπορούσα να ξέρω αν όντως αυτήν την πληροφορία αναζητούσαν αυτά τα περίεργα μάτια. Ακόμα και στην φαντασία μου δεν μπορούσα να ακούσω τις σκέψεις της. Τα μάτια της Μπέλλα Σουάν συνέχισαν να απορούν και η ανεμπόδιστη θέα των αστεριών συνέχισε να μου διαφεύγει. Με έναν βαθύ αναστεναγμό, τα παράτησα, και σηκώθηκα. Αν έτρεχα, θα έφτανα στο αυτοκίνητο του Καρλάιλ σε λιγότερο από μια ώρα…
Στην βιασύνη μου να δω την οικογένειά μου-και θέλοντας πολύ να είμαι ο Έντουαρντ που αντιμετώπιζε τις καταστάσεις- διέσχισα γρήγορα το φεγγαροφωτισμένο χιόνι, χωρίς να αφήσω ίχνη.****

«Όλα θα πάνε καλά», είπε η Άλις. Τα μάτια της ήταν δεν εστίαζαν καλά και ο Τζάσπερ την κρατούσε απαλά από τον αγκώνα, οδηγώντας την μπροστά καθώς μπαίναμε στην καφετέρια. Η Ρόζαλι και ο Έμετ ήταν μπροστά. Ο Έμετ έμοιαζε με σωματοφύλακα στην μέση μιας εχθρικής περιοχής. Η Ρόουζ φαινόταν επιφυλακτική, αλλά πιο πολύ ενοχλημένη παρά προστατευτική.
«Φυσικά και θα πάνε καλά,» μουρμούρισα. Η συμπεριφορές τους ήταν γελοίες. Εάν δεν ήμουν σίγουρος ότι μπορούσα να το χειριστώ, θα έμενα σπίτι.
Η ξαφνική αλλαγή του φυσιολογικού, ακόμα και παιχνιδιάρικου πρωινού-ειχε χιονίσει μέσα στη νύχτα και ο Έμετ με τον Τζάσπερ δεν ντράπηκαν να εκμεταλλευτούν το ότι δεν πρόσεχα και με βομβάρδισαν με χιονόμπαλες. Όταν βαρέθηκαν την έλλειψη ανταπόκρισής μου, στράφηκαν ο ένας στον άλλον-σε αυτήν την υπερβολική επαγρύπνηση, θα ήταν κωμική αν δεν ήταν τόσο ενοχλητική.
«Δεν έχει έρθει ακόμα, αλλά αν κάτσουμε στην συνηθισμένη μας θέση δεν θα πέρασει από κανένα ρεύμα αέρα.»
«Φυσικά και θα καθίσουμε στην συνηθισμένη μας θέση. Σταμάτα Άλις. Με εκνευρίζεις. Θα είμαι μια χαρά.»
Ανοιγόκλεισε τα μάτια της και ο Τζάσπερ τη βοήθησε να καθίσει. Τα μάτια της επικεντρώθηκαν στο πρόσωπό μου.
«Χμμμ,» είπε, ακουγόταν έκπληκτη. «Νομίζω πως έχεις δίκιο.»
«Φυσικά και έχω δίκιο», μουρμούρισα.
Σιχαινόμουν που ήμουν το επίκεντρο της προσοχής τους. Ένιωσα ξαφνικά συμπόνια για τον Τζάσπερ, καθώς θυμόμουν όλες τις φορές που τον γυροφέρναμε προστατευτικά. Συνάντησε το βλέμμα μου για λίγο και χαμογέλασε.
Ενοχλητικό δεν είναι;
Μόρφασα.
Είχε περάσει μόνο μια εβδομάδα από τότε που αυτή η καφετέρια μου φαινόταν τόσο βαρετή; Που ήταν σχεδόν σαν ύπνος, σαν κώμα το να βρίσκομαι εδω;
Σήμερα, τα νεύρα μου ήταν σφιγμένα-σαν χορδές πιάνου, έτοιμες να βγάλουν ήχο με την παραμικρή πίεση. Οι αισθήσεις μου ήταν σε ετοιμότητα. Σκάναρα κάθε ήχο, κάθε τι που έβλεπα, κάθε κίνηση του αέρα που με ακουμπούσε, κάθε σκέψη. Ειδικά τις σκέψεις. Μόνο μία αίσθηση είχα κλειδωμένη, αρνούμενος να την χρησιμοποιήσω. Την όσφρηση φυσικά. Δεν ανέπνεα.
Περίμενα να ακούσω περισσότερα για τους Κάλεν καθώς περνούσα από τις σκέψεις. Όλη μέρα περίμενα, ψάχνοντας για κάποιον που μπορεί η Μπέλλα Σουάν να εμπιστεύτηκε, προσπαθώντας να δω τι κατεύθυνση θα είχε πάρει το κουτσομπολιό. Αλλά δεν υπήρχε τίποτα. Κανείς δεν πρόσεξε τους πέντε βρικόλακες στην καφετέρια, σαν να μην είχε έρθει το κορίτσι. Αρκετοί άνθρωποι την σκέφτονταν ακόμα, ίδιες σκέψεις με την προηγούμενη εβδομάδα. Αυτή τη φορά όμως δεν μου φαίνονταν βαρετές, αντίθετα ήμουν περίεργος και εντυπωσιασμένος.
Δεν είχε πει σε κανέναν τίποτα για εμένα;
Αποκλείεται να μην είχε προσέξει το μαύρο, φονικό μου βλέμμα. Την είχα δει να αντιδράει. Σίγουρα την είχα κατατρομάξει. Ήμουν σίγουρος ότι θα το είχε αναφέρει σε κάποιον, ίσως να υπερέβαλε και λίγο για να ακουστεί καλύτερα η ιστορία. Να μου έδινε και κάποιες απειλητικές ατάκες, ας πούμε.
Επίσης, με είχε ακούσει να προσπαθώ να αποφύγω το μάθημα της Βιολογίας. Δεν μπορεί, θα αναρωτήθηκε, αφού είχε δει την έκφραση μου, αν εκείνη ήταν η αιτία. Μια φυσιολογική κοπέλα θα ρωτούσε, θα σύγκρινε εμπειρίες άλλων, θα έψαχνε για κάτι λογικό που θα εξηγούσε την συμπεριφορά μου, για να μην νιώθει αποκομμένη. Οι άνθρωποι συνέχεια ήθελαν απελπισμένα να νιώθουν φυσιολογικοί, να προσαρμόζονται. Να ταιριάζουν με τους υπόλοιπους γύρω τους, σαν ένα κοπάδι πρόβατα που κανένα δεν ξεχωρίζει. Αυτό το αίσθημα της προσαρμοστικότητας ήταν ιδιαίτερα δυνατό στα χρόνια της εφηβείας. Αυτή η κοπέλα δεν θα ήταν εξαίρεση.
Αλλά κανείς δεν μας έδωσε σημασία, καθώς καθίσαμε στο συνηθισμένο μας τραπέζι. Η Μπέλλα θα ήταν ιδιαίτερα ντροπαλή για να μην μίλησε σε κανέναν. Ίσως να μίλησε στον πατέρα της, ίσως αυτή να ήταν η ισχυρότερή της σχέση…αν και και ήταν απίθανο, μιας και δεν περνούσε και πολύ χρόνο μαζί του μέχρι να έρθει εδώ. Θα ήταν πιο κοντά με την μητέρα της. Και πάλι, θα έπρεπε να περάσω από του τον αρχηγό Σουάν σύντομα για να ακούσω τι σκεφτόταν.«Τίποτα καινούριο;» Ρώτησε ο Τζάσπερ.
«Τίποτα. Μαλλον…δεν είπε τίποτα.»
Όλοι τους ανασήκωσαν τα φρύδια τους σε αυτήν την είδηση.
«Ίσως να μην είσαι όσο τρομακτικός νομίζεις,» Είπε ο Έμετ χαχανίζοντας. «Βάζω στοίχημα πως εγώ θα μπορούσα να την τρομάξω περισσότερο.»
Τον κοίταξα με απάθεια.
«Αναρωτιέμαι γιατί…;» Προβληματιζόταν για τον λόγο που οι σκέψεις του κοριτσιού μου είναι κρυφές.
«Τα έχουμε ξαναπεί αυτά. Δεν ξέρω.»
«Έρχεται.» Μουρμούρισε εκείνη τη στιγμή η Άλις. Πάγωσε το σώμα μου. «Προσπαθήστε να συμπεριφερθείτε σαν άνθρωποι.»
«Άνθρωποι είπες;» Ρώτησε ο Έμετ.
Σήκωσε την δεξιά του γροθιά, αποκαλύπτοντας μια μπάλα χιονιού που είχε κρατήσει. Φυσικά, δεν είχε λιώσει. Το χιόνι είχε γίνει πάγος. Κοίταξε τον Τζάσπερ, αλλά εγώ είδα ότι οι σκέψεις του αλλού κατευθύνονταν. Το ίδιο και Άλις φυσικά. Όταν ξαφνικά της πέταξε τον πάγο αυτή τον απέκρουσε άνετα με μια μικρή κίνηση του χεριού της. Ο πάγος εκσφενδονίστηκε ως την άλλη άκρη της καφετέριας, πολύ γρήγορα για τα ανθρώπινα μάτια, και κομματιάστηκε-αφού χτύπησε με έναν δυνατό ήχο στον τοίχο ο οποίος ράγισε κι όλας.
Τα κεφάλια που βρίσκονταν εκεί κοντά, γύρισαν να κοιτάξουν τον θρυμματισμένο πάγο στο πάτωμα. Αμέσως έψαχναν να βρουν ποιος το έκανε. Δεν κοίταξαν όμως πέρα από μερικά τραπέζια. Κανείς δεν κοίταξε εμάς.
«Πολύ ανθρώπινο Έμετ.»Είπε αυστηρά η Ρόζαλι. «Γιατί δεν κάνεις και καμιά τρύπα στον τοίχο με το χέρι σου;»
«Θα ήταν πιο εντυπωσιακό αν το έκανες εσύ, μωρό μου.»
Προσπάθησα να τους προσέχω. Είχα σχηματισμένο στο πρόσωπό μου και ένα μικρό χαμόγελο, σαν να συμμετείχα στην συζήτηση. Δεν επέτρεψα στον εαυτό μου να κοιτάξει στην ουρά όπου ήξερα πως βρισκόταν η κοπέλα. Αλλά μόνο αυτό άκουγα.
Η Τζέσικα δεν είχε υπομονή με την καινούρια, η οποία στεκόταν ακίνητη στην ουρά και φαινόταν να μην την προσέχει. Είδα στις σκέψεις της Τζέσικα ότι τα μάγουλα της Μπέλλα είχαν χρωματιστεί κόκκινα με αίμα.
Πήρα μια μικρή, ρηχή ανάσα, έτοιμος να σταματήσω να αναπνέω αν υπήρχε κάποιο ίχνος της οσμής της στον αέρα.
Ο Μάικ Νιούτον βρισκόταν με τα δύο κορίτσια. Άκουσα τις σκέψεις του αλλά και την κανονική του φωνή, καθώς ρώτησε την Τζέσικα τι είχε η Σουάν. Δεν μου άρεζε ο τρόπος με τον οποίο οι σκέψεις του την περιτύλιγαν. Εκείνη τη στιγμή η Μπέλλα Σουάν σήκωσε το κεφάλι της σαν να είχε ξεχάσει πως ο Μάικ ήταν εκεί.
«Τίποτα.» Άκουσα την Μπέλλα να λέει με χαμηλή, καθαρή φωνή. Μου φάνηκε να ηχούσε σαν κουδούνι η φωνή της μέσα στην βουή της καφετέριας, αλλά ήξερα πως αυτό ήταν επειδή περίμενα να την ακούσω.
«Θα πάρω μόνο αναψυκτικό σήμερα,» συνέχισε καθώς προχωρούσε στην ουρά, δεν κρατήθηκα και την κοίταξα. Τα μάτια της είχαν κολλήσει στο πάτωμα και το αίμα σίγα-σιγα έφευγε από το πρόσωπό της. Έστρεψα γρήγορα το βλέμμα μου αλλού, στον Έμετ, ο οποίος γελούσε με το πικραμένο-τώρα-χαμόγελο στο πρόσωπό μου.
...Φαίνεσαι άρρωστος αδερφέ.
Διόρθωσα την έκφρασή μου, ώστε να φαίνεται, κανονική και αδιάφορη.
Η Τζέσικα αναρωτιόταν για την έλλειψη πείνας του κοριτσιού. «Δεν πεινάς;»
«Βασικά νιώθω λίγο αδιάθετη.» Η φωνή της ήταν ακόμα πιο χαμηλή αλλά πάλι καθαρή.
Γιατί με ενοχλούσε η προστατευτικότητα στις σκέψεις του Μάικ, απέναντι στο κορίτσι; Γιατί με ενοχλούσε ο κτητικός τόνος των σκέψεών του; Δεν με αφορούσε αν ο Μάικ ήταν υπερβολικά ανήσυχος για αυτήν. Ίσως τέτοια ανταπόκριση να είχαν όλοι απέναντί της. Και εγώ δεν ήθελα ενστικτωδώς να την προστατέψω; Πριν βέβαια σκεφτώ να την σκοτώσω…
Αλλά ήταν όντως άρρωστη;
Ήταν δύσκολο να κρίνω-φαινόταν τόσο ευαίσθητη με το ημιδιαφανές της δέρμα…Τότε συνειδητοποίησα ότι ανησυχούσα κι εγώ, σαν το απλοϊκό αγόρι, και πίεσα τον εαυτό μου να μην σκέφτομαι την υγεία της.
Δεν μου άρεζε να την παρακολουθώ μέσα από τις σκέψεις του Μάικ και έτσι άλλαξα στης Τζέσικα, καθώς αποφάσιζαν σε ποιο τραπέζι θα κάθονταν. Ευτυχώς κάθισαν με την συνηθισμένη παρέα της Τζέσικα, σε ένα από τα πρώτα τραπέζια της καφετέριας. Δεν ήταν στο ρεύμα όπως είχε υποσχεθεί η Άλις.
Η Άλις μου έδωσε αγκωνιά. Θα κοιτάξει κατά δώ σύντομα, φέρσου κανονικά.
Έσφιξα τα δόντια μου.
«Ηρέμησε Έντουαρντ.» είπε ο Έμετ. «Ειλικρινά. Και να σκοτώσεις έναν άνθρωπο δεν είναι το τέλος του κόσμου.»
«Εσύ θα ήξερες.» Μουρμούρισα.
Ο Έμετ γέλασε. «Πρέπει να μάθεις να ξεπερνάς κάποια πράγματα. Όπως κάνω εγώ. Η αιωνιότητα είναι μεγάλο χρονικό διάστημα για να πνίγεσαι στην ενοχή.»
Και εκείνη τη στιγμή η Άλις πέταξε μια χούφτα χιονιού ,που είχε κρατήσει και αυτή, στο ανυποψίαστο πρόσωπο του Έμετ.
Ανοιγόκλεισε τα μάτια του ξαφνιασμένος, και μετά χαμογέλασε με προσδοκία.
«Μου δίνεις αφορμή.» Έγειρε στο τραπέζι και άρχισε να τινάζει τα -με πάγο-μαλλιά του προς την κατεύθυνσή της. Το χιόνι, καθώς έλιωνε με τον ζεστό αέρα, πεταγόταν από τα μαλλιά του σε μορφή νερού και πάγου συγχρόνως.
«Μπλιάχ!» Παραπονέθηκε η Ρόζαλι, καθώς αυτή και η Άλις προσπαθούσαν να τον αποφύγουν.
Η Άλις γέλασε κάνοντας μας όλους να γελάσουμε μαζί της. Μπορούσα να δώ στο μυαλό της Άλις πως είχε σκηνοθετήσει αυτήν την τέλεια στιγμή. Και ήξερα πως το κορίτσι- έπρεπε να σταματήσω να την σκέφτομαι έτσι, σαν να ήταν το μόνο κορίτσι στον κόσμο-πως η Μπέλλα θα μας έβλεπε να γελάμε και να παίζουμε, σαν μια χαρούμενη και ανθρώπινη μη-ρεαλιστική οικογένεια.
Η Άλις συνέχισε να γελάει και χρησιμοποίησε τον δίσκο της ως ασπίδα. Το κορίτσι-η Μπέλλα θα έπρεπε να μας κοιτάει ακόμα.
…κοιτάει πάλι τους Κάλεν ,σκέφτηκε κάποιος έχοντας την προσοχή μου.
Κοίταξα αυτόματα, συνειδητοποιώντας-καθως τα μάτια μου βρήκαν τον προορισμό τους-ότι αναγνώρισα την φωνή την οποία άκουγα τόσο πολύ σήμερα.
Αλλά τα μάτια μου γλίστρησαν από την Τζέσικα και καρφώθηκαν στο διαπεραστικό βλέμμα της κοπέλας.
Κοίταξε κάτω βιαστικά, και τα μαλλιά της την έκρυψαν.
Τι σκεφτόταν; Η ενόχληση φαινόταν να γίνεται εντονότερη αντί να σβήνει. Προσπάθησα-χωρίς να είμαι σίγουρος τι έκανα γιατί δεν το είχα ξανακάνει-να εξετάσω με το μυαλό μου την σιωπή που την περιτριγύριζε. Η δεύτερη μου ακοή μου ερχόταν ως κάτι φυσικό, χωρίς να ρωτήσω. Ποτέ δεν χρειάστηκε να την δουλέψω. Αλλά τώρα συγκεντρώθηκα, προσπαθώντας να διαπεράσω όποια ασπίδα ήταν που υπήρχε γύρω της.
Μόνο σιωπή.
Μα τι έχει αυτή η κοπέλα; Σκέφτηκε η Τζέσικα σαν αντίλαλος των δικών μου σκέψεων.
«Ο Έντουαρντ Κάλεν σε κοιτάζει» Ψιθύρισε στο αυτί της Μπέλλα, προσθέτοντας ένα χαχανητό. Δεν υπήρχε ίχνος ζήλιας ή ενόχλησης στην φωνή της. Η Τζέσικα είχε ταλέντο στο να προσποιείται τη φίλη.
Άκουγα και εγώ, απορροφημένος, για την απάντηση του κοριτσιού.
«Δεν φαίνεται θυμωμένος ε;»Ψιθύρισε πίσω.
Οπότε είχε προσέξει την άγρια αντίδραση μου την προηγούμενη εβδομάδα. Φυσικά και το πρόσεξε.
Η ερώτηση της παραξένεψε την Τζέσικα. Είδα το πρόσωπό μου στις σκέψεις της καθώς ανέλυε την έκφρασή μου, αλλά δεν συνάντησα το βλέμμα της. Ήμουν ακόμη συγκεντρωμένος στο κορίτσι προσπαθώντας να ακούσω κάτι. Η συγκέντρωση μου δεν φαινόταν να βοηθάει και καθόλου.
«Όχι.» Της είπε η Τζές, και ήξερα πως έλπιζε να μπορούσε να της πει ναι. «Θα έπρεπε;»
«Δεν νομίζω πως με συμπαθεί,» ψιθύρισε πίσω το κορίτσι, ξαπλώνοντας το κεφάλι της πάνω στο χέρι της, σαν να ήταν ξαφνικά κουρασμένη. Προσπάθησα να καταλάβω την κίνηση, αλλά μπορούσα μόνο να κάνω υποθέσεις. Ίσως να ήταν κουρασμένη.
«Οι Κάλεν δεν συμπαθούν κανέναν,» την βεβαίωσε η Τζές. «Βασικά δεν προσέχουν κανέναν αρκετά για να τον συμπαθήσουν.» Η τουλάχιστον παλιά δεν πρόσεχαν κανέναν. Σκέφτηκε με έναν παραπονεμένο τόνο. «Πάντως σε κοιτάει ακόμα.»
«Σταμάτα να τον κοιτάς,» είπε βιαστικά το κορίτσι, σηκώνοντας το κεφάλι της για να βεβαιωθεί ότι την άκουσε.
Η Τζέσικα χαχάνισε αλλά την άκουσε.
Η κοπέλα για την υπόλοιπη ώρα δεν μετακίνησε το βλέμμα της από το τραπέζι. Σκέφτηκα-όμως, φυσικά, δεν μπορούσα να είμαι σίγουρος-ότι αυτό ήταν σκόπιμο. Φαινόταν σαν να ήθελε να με κοιτάξει. Το σώμα της θα γυρνούσε, λίγο, προς την κατεύθυνσή μου, το σαγόνι της θα άρχιζε να στρίβει καμιά φορά αλλά σταματούσε τον εαυτό της, έπαιρνε μια βαθιά ανάσα, και κοιτούσε όποιον μιλούσε εκείνη τη στιγμή.
Αγνοούσα της φωνές γύρω από το κορίτσι, μιας και δεν είχαν να κάνουν μαζί της. Ο Μάικ Νιούτον σχεδίαζε έναν χιονοπόλεμο στο παρκινγκ μετά το σχολείο, μην γνωρίζοντας ότι το χιόνι είχε μετατραπεί σε βροχή. Ο απαλός ήχος του χιονιού στην στέγη τώρα είχε γίνει ο συνηθισμένος ήχος της βροχής. Πραγματικά, δεν μπορούσε να ακούσει την αλλαγή; Έμενα πάντως μου φαινόταν αρκετά δυνατός ο ήχος.
Όταν τελείωσε το διάλειμμα του φαγητού, εγώ έμεινα στην θέση μου. Οι άνθρωποι έφευγαν, και βρήκα τον εαυτό μου να προσπαθεί να ξεχωρίσει τον ήχο του βαδίσματός της, λες και θα έβρισκα τίποτα διαφορετικό ή ενδιαφέρον. Τι χαζό.
Ούτε η οικογένεια μου κουνήθηκε. Περίμεναν να δουν τα θα έκανα εγώ.
Θα πήγαινα στο μάθημα, να κάτσω δίπλα στο κορίτσι όπου θα μύριζε το απίστευτα ελκυστικό της αίμα και θα ένιωθα την ζεστασιά του παλμού της στον αέρα-στο δέρμα μου; Ήμουν αρκετά δυνατός γι’αυτό; Ή έφτανε τόσο για μια μέρα;
«Νομιζω…θα είναι εντάξει,» είπε διστακτικά η Άλις. «Έχεις κατασταλάξει. Νομίζω πως θα τα καταφέρεις για αυτήν την ώρα.»
Αλλά η Άλις ήξερε πόσο γρήγορα μπορούσα να αλλάξω γνώμη.
«Γιατί να πιεστείς Έντουαρντ;» Ρώτησε ο Τζάσπερ. Αν και δεν ήθελε να νιώθει περηφάνια που δεν ήταν πια αυτός ο αδύναμος, μπορούσα να την διακρίνω λίγο στα λόγια του. «Πήγαινε σπίτι. Πάρτο αργά.»
«Ποιός ο λόγος;» Διαφώνησε ο Έμετ. «Ή θα την σκοτώσει ή δεν θα την σκοτώσει. Καλύτερα να τελειώνει , ότι και να κάνει από τα δύο.»
«Δεν θέλω να μετακομίσω ακόμα,» παραπονέθηκε η Ρόζαλι. «Δεν θέλω να ξαναρχίσω από την αρχή. Σχεδόν φεύγουμε από το Λύκειο ,Έμετ. Επιτέλους.»
Ήμουν διχασμένος. Ήθελα πολύ να το αντιμετωπίσω και να συνεχίσω. Αλλά δεν ήθελα να σπρώξω τον εαυτό μου στα όρια. Ήταν λάθος την προηγούμενη εβδομάδα που ο Τζάσπερ δεν πήγε για κυνήγι για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Ήταν και αυτό ένα εξίσου άσκοπο λάθος;
Δεν ήθελα να ξεριζώσω την οικογένειά μου. Κανείς τους δεν θα με ευχαριστούσε αν το έκανα.
Αλλά ήθελα να πάω στο μάθημα βιολογίας. Συνειδητοποίησα ότι ήθελα να ξαναδώ το πρόσωπό της.
Αυτό ήταν που με έκανε να αποφασίσω. Αυτή η περιέργεια. Ήμουν ενοχλημένος με τον εαυτό μου που την ένιωθα. Δεν είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου ότι το σιωπηλό μυαλό της κοπέλας δεν θα με έκανε να ενδιαφερθώ περισσότερο; Και να’μουν εγώ. Πιο ενδιαφερόμενος από ποτέ.
Ήθελα να ξέρω τι σκέφτεται. Το μυαλό της ήταν σφραγισμένο αλλά τα μάτια της ήταν ανοιχτά. Ίσως να μπορούσα να διαβάσω αυτά.
«Όχι Ρόουζ, πραγματικά νομίζω πως θα είναι εντάξει,» είπε η Άλις. «Γίνεται όλο και πιο σίγουρο. Είμαι ενενήντα-τρία τοις εκατό σίγουρη ότι τίποτα κακό δεν θα συμβεί αν πάει στο μάθημα.» Με κοίταξε αδιάκριτα απορώντας τι άλλαξε στις σκέψεις μου που έκανα τα οράματά της για το μέλλον πιο σίγουρα.
Η περιέργεια μου θα ήταν αρκετή για να κρατήσει την Μπέλλα Σουάν ζωντανή;
Ο Έμετ όμως είχε δίκιο-γιατί να μην ξεμπερδεύω μια και καλή, ότι και αν γίνει; Θα αντιμετώπιζα τον πειρασμό και θα προχωρούσα.
«Πηγαίνετε στο μάθημα,» διέταξα σπρώχνοντας τον εαυτό μου από το τραπέζι. Γύρισα και απομακρύνθηκα χωρίς να κοιτάξω πίσω. Άκουγα την ανησυχία της Άλις, την επίκριση του Τζάσπερ, την συγκατάθεση του Έμετ, και την ενόχληση της Ρόζαλι να με ακολουθούν.
Πήρα μια τελευταία βαθιά ανάσα και την κράτησα καθώς μπήκα μέσα στη μικρή, ζεστή αίθουσα.
Δεν είχα αργήσει. Ο κύριος Μπάνερ ακόμα ετοιμαζόταν για το σημερινό εργαστήριο. Το κορίτσι καθόταν στο δικό μου-στο δικό μας τραπέζι, το κεφάλι της ήταν πάλι σκυμμένο καθώς κοιτούσε το τετράδιό της στο οποίο σχεδίαζε αφηρημένα. Εξέτασα το σκίτσο καθώς πλησίαζα, ενδιαφερόμενος ακόμα και για αυτήν την μικρή δημιουργία του μυαλού της, αλλά δεν είχε καμία σημασία. Απλά τυχαίες μουντζούρες . Ίσως να μην ήταν αφοσιωμένη στο σχέδιο, αλλά να σκεφτόταν κάτι άλλο;
Τράβηξα την καρέκλα με θόρυβο, αφήνοντας την να συρθεί στο πάτωμα δυνατά. Οι άνθρωποι πάντα ένιωθαν πιο άνετα όταν ένας ήχος επισήμανε την άφιξη κάποιου.
Ήξερα ότι με άκουσε. Δεν σήκωσε το κεφάλι της, αλλά το χέρι της σταμάτησε να σχηματίζει μουντζούρες.
Γιατί δεν σήκωσε το κεφάλι της να με δει; Μάλλον φοβόταν. Έπρεπε οπωσδήποτε να αλλάξω την εντύπωση που είχε σχηματίσει για μένα. Να την κάνω να νομίζει είχε φανταστεί την συμπεριφορά μου την προηγούμενη φορά.
«Γεια,» είπα με την χαμηλή φωνή που χρησιμοποιούσα ειδικά για να νιώθουν άνετα οι άνθρωποι. Σχημάτισα και ένα ευγενικό χαμόγελο στα χείλη μου προσέχοντας να μην δείξω τα δόντια μου.
Τότε σήκωσε το βλέμμα της, τα ορθάνοιχτα καστανά της μάτια ήταν ξαφνιασμένα και γεμάτα σιωπηλές ερωτήσεις. Ήταν το ίδιο βλέμμα που εμπόδιζε την όρασή μου την προηγούμενη εβδομάδα.
Καθώς κοίταζα αυτά τα ασυνήθιστα βαθιά, καστανά μάτια, συνειδητοποίησα ότι το μίσος-το μίσος που είχα φανταστεί ότι για κάποιο λόγο άξιζε και μόνο επειδή υπήρχε-είχε εξαφανιστεί. Καθώς δεν ανέπνεα τώρα και δεν γευόμουν την οσμή της, ήταν δύσκολο να πιστέψω πως κάποια τόσο ευάλωτη μπορούσε να είναι δίκαια μισητή.
Τα μάγουλά της άρχισαν να κοκκινίζουν, και δεν είπε τίποτα.
Συνέχισα να κοιτάω μέσα στα μάτια της, αφοσιωμένος μόνο στα ερωτήματα που έκρυβαν και αγνοώντας το γευστικό χρώμα του δέρματός της. Είχα αρκετή αναπνοή για να μιλήσω λίγο ακόμα χωρίς να εισπνεύσω.
«Ονομάζομαι Έντουαρντ Κάλεν,» είπα, γνωρίζοντας πως το ήξερε ήδη. Ήταν ο ευγενικός τρόπος να ξεκινήσω. «Δεν είχα την ευκαιρία να συστηθώ την προηγούμενη εβδομάδα. Πρέπει να είσαι η Μπέλλα Σουάν.»
Φάνηκε μπερδεμένη-σχηματίστηκε πάλι εκείνη η ρυτίδα ανάμεσα στα φρύδια της. Της πήρε ένα δευτερόλεπτο περισσότερο απ’ότι θα έπρεπε, για να απαντήσει.
«Πώς ξέρεις το όνομά μου;» απαίτησε, και η φωνή της έτρεμε λίγο.
Πρέπει να την τρόμαξα πραγματικά. Αυτό με έκανε να νιώθω ένοχο. Ήταν τόσο απροστάτευτη. Γέλασα μαλακά-ήταν ένας ήχος που ήξερα ότι ηρεμούσε λίγο τους ανθρώπους. Και πάλι, πρόσεξα να μην δείξω τα δόντια μου.
«Νομίζω πως όλοι ξέρουν το όνομά σου.» Σίγουρα θα γνώριζε ότι ήταν το κέντρο της προσοχής αυτού του μονότονου μέρους. «Όλη η πόλη περίμενε τον ερχομό σου.»Μόρφασε ελαφρά, σαν να μην της ήταν ευχάριστη αυτή η πληροφορία. Υπέθετα ότι επειδή ήταν ντροπαλή, τόση προσοχή θα ήταν κάτι άσχημο για αυτήν. Οι περισσότεροι άνθρωποι ένιωθαν το αντίθετο. Αν και δεν ήθελαν να ξεχωρίζουν από «το κοπάδι», συγχρόνως ήθελαν έναν προβολέα ο καθένας για να αναδείξουν το πόσο ξεχωριστοί και καλύτεροι είναι από τους υπόλοιπους.
«Όχι,» είπε. «εννοούσα, γιατί με είπες Μπέλλα;»
«Προτιμάς το Ιζαμπέλλα;» ρώτησα μπερδεμένος από το γεγονός ότι δεν ήξερα που οδηγούσε η ερώτησή της. Δεν καταλάβαινα. Είχε κάνει ξεκάθαρη την προτίμησή της την πρώτη μέρα. Ήταν όλοι οι άνθρωποι τόσο δυσκολονόητοι χωρίς τις σκέψεις τους για καθοδήγηση;
«Όχι, προτιμώ το Μπέλλα,» απάντησε, γέρνοντας ελαφρά προς μια πλευρά. Η έκφραση της-αν την διάβαζα σωστά- ήταν μπερδεμένη και ντροπιασμένη. «Απλά ο Τσάρλυ-εννοώ ο μπαμπάς μου-θα πρέπει να με φωνάζει Ιζαμπέλλα πίσω από την πλάτη μου. Έτσι με γνωρίζουν όλοι εδώ.» Η απόχρωση του κόκκινου στα μάγουλά της σκούρυνε κατά έναν τόνο.
«Α…» είπα αδιάφορα, και γρήγορα κοίταξα αλλού.
Μόλις συνειδητοποίησα τι εννοούσε με την ερώτησή της: γλίστρησα-έκανα λάθος. Αν δεν άκουγα όλων τις σκέψεις την πρώτη μέρα, τότε αρχικά θα της απευθυνόμουν με ολόκληρό το όνομά της, όπως όλοι. Αυτή πρόσεξε τη διαφορά.
Ένιωσα ένα αίσθημα ανησυχίας. Είχε καταλάβει πολύ γρήγορα το λάθος μου. Αρκετά εύστροφη , ειδικά για κάποια που υποτίθεται πως φοβόταν την εγγύτητα μου.
Αλλά είχα πιο σοβαρά προβλήματα από το τι υποψίες μπορεί να κρατούσε κλειδωμένες μέσα στο μυαλό της.
Είχα ξεμείνει από αέρα. Αν θα της ξαναμιλούσα θα έπρεπε να εισπνεύσω.
Θα ήταν δύσκολο να αποφύγω να μιλάω. Δυστυχώς γι’αυτήν το ότι μοιράζαμε το τραπέζι σήμαινε ότι θα έπρεπε να συνεργαστούμε κι όλας. Θα ήταν παράξενο-και πολύ αγενές- να την αγνοήσω καθώς κάναμε το εργαστήριο. Θα με υποπτευόταν περισσότερο και θα με φοβόταν…
Έγειρα όσο πιο μακριά της μπορούσα, γυρνώντας το κεφάλι μου προς τον διάδρομο. Ετοίμασα τον εαυτό μου, κλείδωσα τους μυς μου και πήρα μια γρήγορη, βαθιά ανάσα-μονο από το στόμα.
Αχχχ!
Ήταν επώδυνο. Ακόμα και χωρίς να την μυρίζω, μπορούσα να την γευτώ στην γλώσσα μου. Ο λαιμός μου ξαφνικά πήρε φωτιά. Το αίσθημα ήταν όσο δυνατό όσο ήταν και την πρώτη στιγμή που την μύρισα την προηγούμενη εβδομάδα.
Έτριξα τα δόντια μου και προσπάθησα να συγκρατηθώ.
«Ξεκινήστε,» Διέταξε ο κύριος Μπάνερ.
Ένιωσα σαν να χρειάστηκε κάθε ίχνος αυτοελέγχου που είχα αποκτήσει τα τελευταία εβδομήντα χρόνια για να γυρίσω πίσω στο κορίτσι-που κοιτούσε το τραπέζι-και να της χαμογελάσω.
«Προηγούνται οι κυρίες.» Πρόσφερα.
Κοίταξε την έκφρασή μου και η έκφρασή της ήταν κενή, τα μάτια της ορθάνοιχτα. Υπήρχε τίποτα παράξενο με την έκφρασή μου; Φοβόταν πάλι; Δεν μίλησε.
«Ή θα μπορούσα να ξεκινήσω εγώ αν προτιμάς.» είπα σιγανά.
«Όχι,» είπε και το πρόσωπό της από άσπρο έγινε κόκκινο. «θα ξεκινήσω εγώ.»
Κοίταζα επίμονα τα εργαλεία στο τραπέζι, το μικροσκόπιο, το κουτί με τις διαφάνειες, αντί να βλέπω το αίμα κάτω από το δέρμα της. Πήρα άλλη μια σύντομη ανάσα μέσα από τα δόντια μου.
«Πρόφαση,» είπε μετά από μια σύντομη ματιά. Ξεκίνησε να αλλάζει διαφάνεια αν και ίσα που την είχε εξετάσει.
«Πειράζει να κοιτάξω κι εγώ;» Ενστικτωδώς-απερίσκεπτα, σαν να ήμουν του είδους της- άπλωσα το χέρι μου για να την σταματήσω πριν αλλάξει διαφάνεια. Για ένα δευτερόλεπτο, η ζεστασιά του δέρματός της με έκαψε. Ήταν σαν να με διαπέρασε ηλεκτρικό ρεύμα. Τράβηξε γρήγορα το χέρι της.
«Συγνώμη» μουρμούρισα μέσα από τα σφιγμένα μου δόντια. Ψάχνοντας κάπου για να κοιτάξω, πήρα το μικροσκόπιο και εξέτασα σύντομα την διαφάνεια. Είχε δίκιο.
«Πρόφαση,» συμφώνησα.
Ήμουν ακόμα αρκετά ανήσυχος για να την κοιτάξω. Καθώς ανέπνεα ήσυχα μέσα από τα δόντια μου και προσπαθώντας να αγνοήσω την φλεγόμενη δίψα, συγκεντρώθηκα στην απλή εργασία και έγραψα μια λέξη στη σωστή σειρά στο φυλλάδιο του πειράματος και άλλαξα την διαφάνεια.
Τι να σκεφτόταν τώρα; Πως ένιωσε αυτή όταν με άγγιξε; Το δέρμα μου θα ήταν παγωμένο-απωθητικό. Γι’αυτό θα ήταν τόσο ήσυχη.
Έριξα μια ματιά στο μικροσκόπιο.
«Ανάφαση» είπα στον εαυτό μου καθώς το έγραψα και αυτό στο φυλλάδιο.
«Μπορώ;» ρώτησε.
Την κοίταξα, ξαφνιασμένος, καθώς αυτή περίμενε με το ένα χέρι απλωμένο προς το μικροσκόπιο. Δεν φαινόταν να φοβάται. Νόμιζε πραγματικά ότι μπορεί να είχα κάνει λάθος;
Δεν μπορούσα να κρατήσω το χαμόγελο μου βλέποντας την ελπίδα στο πρόσωπό της καθώς έσπρωξα το μικροσκόπιο προς το μέρος της.
Κοίταξε μέσα στο μικροσκόπιο με μια προσμονή η οποία έσβησε. Οι άκρες του στόματός της τραβήχτηκαν προς τα κάτω.
«Τρίτη διαφάνεια;» ρώτησε, συνεχίζοντας να κοιτάει μέσα στο μικροσκόπιο, με το ένα χέρι απλωμένο. Έριξα την επόμενη διαφάνεια στην παλάμη της, προσέχοντας να μην την ακουμπήσω καθόλου. Το να κάθομαι δίπλα της ήταν σαν να καθόμουν δίπλα σε λάμπα. Ένιωθα την ζεστασιά της.
Δεν κοίταξε την διαφάνεια για πολύ. «Μεσόφαση», είπε αδιάφορα-προπαθώντας ίσως λίγο σκληρά να ακουστεί έτσι- και έσπρωξε το μικροσκόπιο προς το μέρος μου. Δεν ακούμπησε το φυλλάδιο, αλλά περίμενε εγώ να γράψω την απάντηση. Εξέτασα την διαφάνεια-είχε δίκιο πάλι.
Με αυτόν τον ρυθμό τελειώσαμε, λέγοντας μόνο μiα λέξη τη φορά και χωρίς να συναντηθούν τα βλέμματά μας. Ήμασταν οι μόνοι που είχαμε τελειώσει-οι άλλοι φαινόταν να δυσκολεύονταν περισσότερο. Ο Μάικ δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί-προσπαθούσε να βλέπει την Μπέλλα και εμένα.
Μακάρι να είχε μείνει όπου και αν πήγε, σκέφτηκε ο Μάικ που με κοιτούσε αδιάκριτα. Χμ, ενδιαφέρον. Δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι το αγόρι είχε δημιουργήσει τέτοια γνώμη για εμένα. Αυτή ήταν μια νέα εξέλιξη, όσο πρόσφατη ήταν και η άφιξη του κοριτσιού. Αλλά πιο ενδιαφέρον ήταν ότι συνειδητοποίησα -προς έκπληξη μου- πως τα συναισθήματα ήταν αμοιβαία.
Κοίταξα το κορίτσι, σαστισμένος με το πόσο είχε αλλάξει ολότελα την ζωή μου, παρά την μη-απειλητική της εμφάνιση.
Δεν ήταν όμως πως δεν μπορούσα να δώ για ποιο λόγο ο Μάικ είχε κολλήσει τόσο. Για να πω την αλήθεια ήταν ιδιαίτερα όμορφη… είχε μια ασυνήθιστη ομορφιά. Το πρόσωπό της ήταν ενδιαφέρον, προτιμότερο από το να ήταν πανέμορφη. Δεν ήταν ακριβώς συμμετρικά τα χαρακτηριστικά της-είχε στενό πιγούνι και μεγάλα ζυγωματικά. Είχε αντίθεση στα χρώματά του δέρματος της και των μαλλιών της. Και τέλος ήταν τα μάτια της, που ξεχείλιζαν από σιωπηλά μυστικά…
Ματιά τα οποία με κοιτούσαν.
Προσπάθησα να μαντέψω έστω και ένα από τα μυστικά που έκρυβαν.
«Έβαλες φακούς;» ρώτησε ξαφνικά.
Τι παράξενη ερώτηση. «Όχι.» σχεδόν χαμογέλασα στην ιδέα του να βελτιώσω την όρασή μου.
«Α…» μουρμούρισε. «Μου φάνηκαν διαφορετικά τα μάτια σου.»
Πάγωσα ξαφνικά καθώς συνειδητοποίησα ότι δεν ήμουν ο μόνος που προσπαθούσα να ξεκλειδώσω μυστικά.
Ανασήκωσα τους ώμους μου και έστρεψα το βλέμμα μου στον καθηγητή.
Φυσικά και τα μάτια μου ήταν διαφορετικά από την τελευταία φορά που με είδε. Για να προετοιμαστώ για την σημερινή δοκιμασία, το μεγαλύτερο μέρος του διημέρου το πέρασα προσπαθώντας να ικανοποιήσω την δίψα μου-βασικά το παράκανα . Παραγέμισα τον εαυτό μου με αίμα ζώων, όχι ότι βοηθούσε ιδιαίτερα στο να αντισταθώ σε αυτήν την γευστική οσμή που τριγύριζε στον αέρα. Όταν την αγριοκοίταξα την τελευταία φορά, τα μάτια μου ήταν μαύρα από τη δίψα. Τώρα,-το σώμα μου γεμάτο με αίμα-τα μάτια μου είχαν ένα πιο ζεστό χρυσό χρώμα. Ανοιχτόχρωμα, από την προσπάθεια να σβήσω ολότελα τη δίψα μου.
Άλλο ένα λάθος. Αν ήξερα από πριν που θα οδηγούσε η ερώτησή της, θα απαντούσα ναι.
Καθόμουν δίπλα σε ανθρώπους δύο χρόνια τώρα, και αυτή ήταν η πρώτη που με εξέτασε αρκετά ώστε να προσέξει τη διαφορά στο χρώμα των ματιών μου. Οι υπόλοιποι καθώς θαύμαζαν την ομορφιά μας, απέφευγαν τα βλέμματά μας μόλις τους κοιτούσαμε. Απέφευγαν τέτοιες λεπτομέρειες όσον αφορούσε την εμφάνιση μας, τις μπλόκαραν ενστικτωδώς για να μην καταλάβουν τι ήμασταν. Η άγνοια ήταν ευτυχία για το ανθρώπινο μυαλό.
Γιατί έπρεπε να ήταν αυτό το κορίτσι που έβλεπε περισσότερα;
Ο κύριος Μπάνερ πλησίασε το τραπέζι μας. Πήρα μια βαθιά ανάσα καθαρού αέρα που έφερε μαζί του πριν μολυνθεί από την οσμή της.
«Λοιπόν, Έντουαρντ,» είπε κοιτώντας τις απαντήσεις μας, «δεν νομίζεις πως θα έπρεπε και η Ιζαμπέλλα να έχει μια ευκαιρία με το μικροσκόπιο;»
«Μπέλλα,» τον διόρθωσα αυτόματα. «Βασικά αναγνώρισε τα τρία από τα πέντε.»
Άκουγα τους συλλογισμούς του καθώς γύρισε να κοιτάξει το κορίτσι. «Έχεις ξανακάνει αυτό το εργαστήριο;»
Παρακολουθούσα, με προσδοκία, καθώς η Μπέλλα χαμογέλασε, με μια ελαφρά ένοχη έκφραση.
«Όχι με ρίζα κρεμμυδιού.»
«Βλαστίδιο κορηγόνου;» ρώτησε ο κύριος Μπάνερ.
«Ναι.»
Αυτό τον εξέπληξε. Το σημερινό εργαστήριο ήταν κάτι που είχε πάρει από πιο προχωρημένα μαθήματα. Έγνεψε σκεφτικά στο κορίτσι. «Ήσουν σε προχωρημένο πρόγραμμα στο Φοίνιξ;»
«Ναι.»
Ήταν προχωρημένη, έξυπνη για άνθρωπο. Αυτό δεν με εξέπληξε.
«Λοιπόν,» είπε ο κύριος Μπάνερ, σουφρώνοντας τα χείλη του. «Υποθέτω πως είναι καλό που είστε συνεργάτες.» Γύρισε, και προχωρώντας μουρμούρισε. «Για να έχουν και την ευκαιρία να μάθουν κάτι και τα υπόλοιπα παιδιά.» Αμφέβαλλα πως το κορίτσι τον άκουσε. Άρχισε πάλι να σχεδιάζει αφηρημένα.
Δυο λάθη μέχρι στιγμής. Πολύ κακό από μέρους μου. Αν και δεν είχα ιδέα για την γνώμη του κοριτσιού για εμένα-ποσο φοβόταν, πόσα υποπτευόταν-ήξερα πως έπρεπε να καλυφτώ καλύτερα ώστε να την αφήσω με διαφορετική εντύπωση. Έπρεπε να καταπνίξω τις αναμνήσεις της, από την τελευταία μας συνάντηση.
«Κρίμα για το χιόνι, ε;» Είπα, επαναλαμβάνοντας το βαρετό θέμα που είχα ήδη ακούσει σε δεκάδες συζητήσεις. Ένα μονότονο, συνηθισμένο θέμα. Ο καιρός-πάντα ασφαλές.
Με κοίταξε με προφανή αμφιβολία στα μάτια της-ασυνήθιστη αντίδραση για τα πολύ συνηθισμένα λόγια μου. «Όχι ιδιαίτερα,» είπε εκπλήσσοντας με ξανά.
Προσπάθησα να επαναφέρω την συζήτηση. Αυτή ήταν από ένα πιο ηλιόλουστο και ζεστό μέρος-το δέρμα κατά κάποιον τρόπο το αντανακλούσε αυτό κι ας ήταν άσπρη-και το κρύο θα έπρεπε να την κάνει να νιώθει άβολα. Όπως και το παγωμένο μου άγγιγμα…
«Δεν σου αρέσει το κρύο,» μάντεψα.
«Ούτε η υγρασία», συμφώνησε.
«Τότε το Φόρκς θα πρέπει να είναι δύσκολο μέρος για να μένεις.» Ίσως δεν θα έπρεπε να είχες έρθει εδώ, ήθελα να προσθέσω. Ίσως θα έπρεπε να πας πίσω από όπου ήρθες.
Δεν ήμουν σίγουρος όμως πως το ήθελα αυτό. Πάντα θα θυμόμουν την οσμή της-υπήρχε καμία εγγύηση πως δεν θα την ακολουθούσα; Εξάλλου, αν έφευγε, το μυαλό της θα παρέμενε ένα μυστήριο. Ένα ενοχλητικό πάζλ.
«Δεν έχεις ιδέα,» είπε με χαμηλή φωνή, κοιτώντας πέρα από εμένα για μια στιγμή.
Οι απαντήσεις της δεν ήταν ποτέ αυτό που περίμενα. Με έκαναν να θέλω να ρωτήσω κι άλλα.
«Τότε γιατί ήρθες εδώ;» Απαίτησα, συνειδητοποιώντας ότι ο τόνος μου παραήταν κατηγορηματικός, όχι αρκετά χαλαρός για συζήτηση. Η ερώτησή μου ακούστηκε αγενής, αδιάκριτη.
«Είναι…μπερδεμένο.»
Ανοιγόκλεισε τα μάτια της, αφήνοντας εκεί την συζήτηση. Εγώ σχεδόν θα έσκαγα από περιέργεια-η οποία με έκαιγε όσο και η δίψα τον λαιμό μου. Βασικά, συνειδητοποίησα ότι ήταν λίγο πιο εύκολο να αναπνέω. Η οικειότητα έκανε τον πόνο πιο υποφερτό.
«Νομίζω πως θα καταλάβω,» επέμενα. Ίσως από ευγένεια να απαντούσε στις ερωτήσεις μου μιας και ήμουν αρκετά αγενής να τις ρωτήσω.
Κοίταξε τα χέρια της σιωπηλά. Αυτό με έκανε ανυπόμονο. Ήθελα να απλώσω το χέρι μου και να της σηκώσω το κεφάλι για να μπορούσα να διάβαζα τα μάτια της. Αλλά θα ήταν χαζό από μέρους μου-επικίνδυνο-να ακουμπούσα πάλι το δέρμα της.
Ξαφνικά σήκωσε το βλέμμα της. Ένιωσα ανακούφιση που μπορούσα να βλέπω πάλι τα συναισθήματα στα μάτια της. Μίλησε βιαστικά.
«Η μαμά μου ξαναπαντρεύτηκε.»
Α, αυτό ήταν ανθρώπινο και εύκολο να καταλάβω. Μια θλίψη διαπέρασε τα ξεκάθαρα της μάτια και ξαναεμφανίστηκε η ρυτίδα στο μέτωπό της.
«Δεν μου ακούγεται και πολύ μπερδεμένο,» είπα. Η φωνή μου ήταν μαλακή χωρίς να προσπαθήσω για να την κάνω έτσι. Η θλίψη της με έκανε να νιώθω ασυνήθιστα αβοήθητος, και ευχόμουν να μπορούσα να κάνω κάτι για να νιώσει καλύτερα. Παράξενη παρόρμηση. «Πότε έγινε αυτό;»
«Τον περασμένο Σεπτέμβρη.» Αναστέναξε βαθιά. Κράτησα την αναπνοή μου καθώς η ζεστή της αναπνοή χτένισε το πρόσωπό μου.
«Και δεν τον συμπαθείς,» μάντεψα, ψαρεύοντας για περισσότερες πληροφορίες.
«Όχι, ο Φίλ είναι μια χαρά,» είπε, διορθώνοντας την εικασία μου. Υπήρχε ίχνος ενός χαμόγελου στις άκρες των γεμάτων χειλιών της. «Ίσως να είναι λίγο νέος, αλλά είναι αρκετά καλός.»
Αυτό δεν ταίριαζε με το σενάριο που είχα δημιουργήσει.
«Γιατί δεν έμεινες μαζί τους;» Ρώτησα, ακουγόμουν λίγο περίεργος. Σαν να ήμουν αδιάκριτος. Που ήμουν-για να είμαι ειλικρινής.
«Ο Φίλ ταξιδεύει πολύ. Παίζει μπάλα για επάγγελμα.» Το μικρό χαμόγελο έγινε πιο προφανές-η σκέψη της καριέρας του την διασκέδαζε.
Χαμογέλασα κι εγώ χωρίς να το αποφασίσω. Δεν προσπαθούσα να την κάνω να νιώσει πιο άνετα. Το χαμόγελο της με έκανε κι εμένα να χαμογελάσω-να μάθω κι εγώ το μυστικό.
«Τον έχω ακουστά;» Σκεφτόμουν κάθε επαγγελματία παίκτη, αναρωτώμενος ποιος απ’όλους ήταν ο Φίλ.…
«Μάλλον όχι. Δεν παίζει καλά.» Άλλο ένα χαμόγελο. «Χαμηλές κατηγορίες. Μετακινείται συνεχώς.»
Το σενάριο στο μυαλό μου άλλαξε αμέσως, άρχισα να σκέφτομαι για άλλες πιθανότητες.
«Και η μαμά σου σε έστειλε εδώ για να μπορεί να ταξιδεύει μαζί του,» είπα. Το να κάνω υποθέσεις φαινόταν να μου δίνει περισσότερες πληροφορίες απ’ότι οι ερωτήσεις μου. Και πάλι είχε αποτέλεσμα. Η έκφραση της πείσμωσε.«Όχι, δεν με έστειλε αυτή εδώ,» είπε, και ή φωνή της είχε αποκτήσει έναν νέο σκληρό τόνο. Η εικασία μου την είχε αναστατώσει, αν και δεν έβλεπα το γιατί. «Εγώ έστειλα τον εαυτό μου.»
Δεν μπορούσα να καταλάβω το νόημα πίσω από τα λόγια της. Ήμουν εντελώς χαμένος.
Και τα παράτησα. Δεν υπήρχε τρόπος να το καταλάβω αυτό το κορίτσι. Δεν ήταν σαν τους υπόλοιπους ανθρώπους. Ίσως η σιωπή των σκέψεών της, το άρωμα της, να μην ήταν τα μόνα ασυνήθιστα πάνω της.
«Δεν καταλαβαίνω,» παραδέχτηκα.
Αναστέναξε, και με κοίταξε στα μάτια για περισσότερο απ’ότι άντεχαν οι κανονικοί άνθρωποι.
«Έμενε μαζί μου στην αρχή, αλλά της έλειπε,» εξήγησε αργά, ο τόνος της γινόταν όλο και πιο θλιβερός με κάθε λέξη. «Την έκανε δυστυχισμένη… και έτσι αποφάσισα ότι ήταν καιρός να περάσω λίγο χρόνο με τον Τσάρλυ.»
Η ρυτίδα στο μέτωπό της έγινε πιο βαθιά.
«Αλλά τώρα εσύ είσαι δυστυχισμένη,» μουρμούρισα. Δεν μπορούσα να μην λέω τις υποθέσεις μου φωναχτά, καθώς έλπιζα να μάθω περισσότερα από τις αντιδράσεις της. Τώρα όμως φαινόταν πως δεν είχα πέσει και πολύ έξω.
«Και;» είπε, σαν να μην το θεωρούσε αρκετά σημαντικό ως παράγοντα για να το λάβει υπόψη.
Συνέχιζα να κοιτάζω μέσα στα μάτια της, νιώθοντας πως επιτέλους κατάφερα να δω έστω για λίγο μέσα στην ψυχή της. Είδα με αυτήν την μοναδική λέξη, που κατέτασσε τον εαυτό της ανάμεσα στους άλλους. Αντίθετα με τους υπόλοιπους ανθρώπους, οι δικές της ανάγκες βρίσκονταν στο τέλος της λίστας.
Ήταν ανιδιοτελής.
Καθώς το είδα αυτό, το μυστήριο του ανθρώπου που κρυβόταν μέσα σε αυτό το σιωπηλό μυαλό άρχισε να ξεδιαλύνει λίγο.
«Αυτό δεν φαίνεται δίκαιο,» είπα. Ανασήκωσα και τους ώμους μου προσπαθώντας να φανώ χαλαρός, προσπαθώντας να κρύψω την ένταση της περιέργειάς μου.
Γέλασε χωρίς χιούμορ. «Δεν σου το έχει πει κανείς; Η ζωή δεν είναι δίκαιη.»
Ήθελα να γελάσω με τα λόγια της, αν και δεν μου φάνηκαν αστεία. Ήξερα και εγώ κάτι λίγα για τις αδικίες της ζωής. «Πιστεύω πως το έχω ακούσει κάπου αυτό.»
Ανταπέδωσε το βλέμμα μου και φάνηκε μπερδεμένη πάλι. Έστρεψε αλλού το βλέμμα της αλλά τα μάτια της ξαναγύρισαν στα δικά μου.
«Οπότε, αυτό είναι όλο.» Μου είπε.
Αλλά δεν ήμουν έτοιμος να λήξω την συζήτηση. Η μικρή ρυτίδα στο μέτωπό της με ενοχλούσε, ένα υπόλειμμα λύπης. Ήθελα να την διώξω, αλλά φυσικά δεν μπορούσα να την ακουμπήσω . Δεν ήταν ασφαλές από πολλές πλευρές.
«Το κρύβεις καλά.» Μίλησα αργά, αναλύοντας ακόμα την επόμενή μου υπόθεσή. «Αλλά βάζω στοίχημα ότι υποφέρεις περισσότερο απ’ότι δείχνεις.»
Έκανε μια γκριμάτσα, τα μάτια της στένεψαν και μόρφασε, καθώς γύρισε για να προσέξει στο μάθημα. Δεν της άρεσε που μάντευα σωστά. Δεν ήταν ο κοινός «μάρτυρας»-δεν ήθελε κοινό για τον πόνο της.
«Κάνω λάθος;»
Αντέδρασε, αλλά έκανε πως δεν με άκουγε.
Αυτό με έκανε να χαμογελάσω. «Το περίμενα.»
«Εσένα τι σε ενδιαφέρει;» απαίτησε, χωρίς να με κοιτάει.
«Καλή ερώτηση,» παραδέχτηκα, πιο πολύ στον εαυτό μου παρά σαν απάντηση.
Η δική της ενόραση ήταν καλύτερη από τη δική μου-είδε κατευθείαν στον πυρήνα των πραγμάτων, καθώς εγώ βρισκόμουν ακόμα στις άκρες ψάχνοντας στα τυφλά για στοιχεία. Οι λεπτομέρειες της-πολύ ανθρώπινης- ζωής της, δεν θα έπρεπε να με ενδιαφέρουν. Ήταν λάθος να νοιαζόμουν για το τι σκεφτόταν. Πέρα από το για να προστατέψω την οικογένεια μου από υποψίες, οι ανθρώπινες σκέψεις ήταν ασήμαντες.
Δεν είχα συνηθίσει να είμαι ο λιγότερο ενορατικός σε οποιαδήποτε περίπτωση. Βασιζόμουν στην δεύτερη ακοή μου υπερβολικά-προφανώς δεν ήμουν τόσο διορατικός όσο νόμιζα. Το κορίτσι αναστέναξε και κοίταξε μπροστά της. Κάτι στην ενοχλημένη της έκφραση μου φαινόταν κωμικό. Η όλη κατάσταση, η όλη συζήτηση ήταν κωμική. Κανείς δεν είχε βρεθεί σε μεγαλύτερο κίνδυνο από εμένα απ’ότι αυτό το κορίτσι-οποιαδήποτε στιγμή, αποσπασμένος από την γελοία μου απορρόφηση στην συζήτηση, θα μπορούσα να αναπνεύσω από την μύτη μου και να της επιτεθώ πριν μπορέσω να σταματήσω τον εαυτό μου-και αυτή ήταν ενοχλημένη επειδή δεν είχα απαντήσει στην ερώτησή της.
«Σε ενοχλώ;» Ρώτησα, χαμογελώντας στον παραλογισμό του όλου θέματος.
Με κοίταξε γρήγορα και το βλέμμα της παγιδεύτηκε στο δικό μου.
«Όχι ακριβώς,» μου είπε. «Είμαι πιο πολύ ενοχλημένη με τον εαυτό μου. Το πρόσωπό μου είναι τόσο εύκολο να το διαβάσει κανείς-η μαμά μου με αποκαλεί το ανοιχτό της βιβλίο.»
Μόρφασε.
Την κοιτούσα έκπληκτος. Ο λόγος που ήταν αναστατωμένη ήταν επειδή νόμιζε ότι την διάβαζα πολύ εύκολα. Τι παράξενο. Δεν είχα καταβάλει ποτέ τόση μεγάλη προσπάθεια για να καταλάβω κάποιον σε όλη μου τη ζωή-ή μάλλον ύπαρξη, καθώς ζωή δεν ήταν η κατάλληλη λέξη. Δεν είχα πραγματικά μια ζωή.
«Αντιθέτως,» διαφώνησα, νιώθοντας ιδιαίτερα.. προσεκτικός., σαν να υπήρχε κάποιος κρυμμένος κίνδυνος που αδυνατούσα να δώ. Ξαφνικά ήμουν σφιγμένος, το προαίσθημα με άγχωνε. «Μου είναι πολύ δύσκολο να σε διαβάσω.»
«Πρέπει να διαβάζεις καλά τους άλλους, τότε.» Μάντεψε, κάνοντας δικές της υποθέσεις οι οποίες ήταν , και πάλι, εύστοχες.
«Συνήθως,» συμφώνησα.
Της χαμογέλασα πλατιά αφήνοντας τα χείλη μου να αποκαλύψουν τα γυαλιστερά κοφτερά μου δόντια.
Ήταν ανόητο, αλλά ξαφνικά ένιωσα την ανάγκη να δώσω στο κορίτσι κάποιου είδους προειδοποίηση. Το σώμα της ήταν πιο κοντά από πριν, καθώς μετακινήθηκε ασυνείδητα κατά την διάρκεια της συζήτησής μας. Όλα τα μικρά σημάδια που υπήρχαν για να φοβίζουν τους ανθρώπους, δεν φαινόταν να πιάνουν σε αυτήν. Γιατί δεν με απέφευγε από τον φόβο; Σίγουρα είχε δει αρκετά από την σκοτεινή μου πλευρά για να συνειδητοποιήσει τον κίνδυνο, διορατική όπως ήταν.
Δεν μπόρεσα να δώ αν η προειδοποίησή μου είχε αποτέλεσμα. Ο κύριος Μπάνερ ζήτησε την προσοχή μας εκείνη τη στιγμή και αμέσως τράβηξε το βλέμμα της. Φάνηκε ανακουφισμένη από την διακοπή, οπότε ίσως να πέρασε το μήνυμα, έστω και ασυνείδητα.
Το έλπιζα.
Αναγνώρισα την γοητεία που μεγάλωνε μέσα μου, καθώς προσπαθούσα να την ξεριζώσω. Δεν έπρεπε να βρίσκω την Μπέλλα Σουάν ενδιαφέρουσα. Ή μάλλον για αυτήν δεν θα έπρεπε. Ήδη, ανυπομονούσα για άλλη μια ευκαιρία να της μιλήσω. Ήθελα να μάθω περισσότερα για την μητέρα της, την ζωή της πριν έρθει εδώ, την σχέση της με τον πατέρα της. Όλες τις ασήμαντες λεπτομέρειες που θα με βοηθούσαν να την καταλάβω περισσότερο. Όμως κάθε δευτερόλεπτο που περνούσα μαζί της ήταν λάθος, ένα ρίσκο που δεν θα έπρεπε να παίρνω.
Απερίσκεπτα, τίναξε τα μαλλιά της την στιγμή που επέτρεψα στον εαυτό μου να πάρει αέρα. Ένιωσα ένα κύμα της οσμής της στον λαιμό μου.
Ήταν σαν την πρώτη μέρα. Ο πόνος της στεγνής φωτιάς με ζάλισε. Έπρεπε να γραπώσω το τραπέζι για να κρατηθώ στην θέση μου. Αυτή τη φορά είχα λίγο περισσότερο έλεγχο. Τουλάχιστον δεν έσπασα τίποτα. Το τέρας μέσα μου γρύλιζε, αλλά δεν ευχαριστήθηκε τον πόνο μου. Ήταν πολύ σφιχτά δεμένο. Για τώρα.
Σταμάτησα να αναπνέω τελείως και έγειρα όσο πιο μακριά από το κορίτσι μπορούσα.
Όχι. Δεν είχα περιθώρια να την θεωρώ ενδιαφέρουσα. Όσο πιο ενδιαφέρουσα την έβρισκα, τόσο πιο πιθανό ήταν να την σκοτώσω. Ήδη έκανα δύο μικρά λάθη σήμερα. Θα έκανα και τρίτο που δεν θα ήταν ασήμαντο;
Μόλις χτύπησε το κουδούνι, σηκώθηκα βιαστικά από την καρέκλα μου-μάλλον, καταστρέφοντας όποια εντύπωση ευγένειας της είχα δώσει την τελευταία ώρα. Πάλι, ανέπνευσα τον καθαρό αέρα σαν να τον είχα πραγματικά ανάγκη. Βιάστηκα για να μεγαλώσω, όσο δυνατόν περισσότερο, την απόσταση μου από το κορίτσι.
Ο Έμετ με περίμενε έξω από την αίθουσα Ισπανικών. Είδε την άγρια έκφρασή μου για μια στιγμή.
...Πώς πήγε; Ρώτησε επιφυλακτικά.
«Δεν πέθανε κανείς,» μουρμούρισα.
...Υποθέτω πως και αυτό κάτι είναι. Όταν είδα την Άλις να παρατάει το μάθημα στο τέλος, νόμιζα…
Καθώς μπαίναμε στην τάξη, είδα στην ανάμνηση του πριν από λίγο μέσα από την ανοιχτή πόρτα της τάξης του: Η Άλις να περπατάει γρήγορα προς το κτίριο επιστημών με μια κενή έκφραση στο πρόσωπό της. Ένιωσα την ανάμνηση της θέλησης του να την ακολουθήσει, αλλά και την απόφασή του να μείνει. Αν η Άλις χρειαζόταν την βοήθεια του, θα την ζητούσε.
Έκλεισα τα μάτια μου έντρομος και αηδιασμένος καθώς έκατσα στην θέση μου. «Δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι ήταν τόσο κοντά. Δεν νόμιζα πως θα… Δεν είδα ότι ήταν τόσο άσχημα,» ψιθύρισα.
Δεν ήταν, με επιβεβαίωσε. Δεν πέθανε κανείς, σωστά;
«Σωστά,» είπα μέσα από τα δόντια μου. «Τουλάχιστον όχι αυτή τη φορά.»
Ίσως γίνει πιο εύκολο.
«Ίσως.»
Ίσως και να την σκοτώσεις. Σήκωσε τους ώμους του. Δεν θα ήσουν ο πρώτος που θα έκανες λάθος. Κανείς δεν θα σε κρίνει αυστηρά. Καμιά φορά άπλα, κάποιοι άνθρωποι μυρίζουν υπερβολικά ωραία. Είμαι εντυπωσιασμένος που άντεξες τόσο.
«Δεν βοηθάς Έμετ.»
Ήμουν αηδιασμένος από την αποδοχή του στην ιδέα να σκοτώσω την κοπέλα, που ήταν για κάποιο λόγο αναπόφευκτο. Αυτή έφταιγε που μύριζε τόσο ωραία;
Ξέρω πότε συνέβη σε εμένα…, αναπόλησε, ταξιδεύοντας με μαζί του, μισό αιώνα πίσω, όπου μια γυναίκα μέσης ηλικίας μάζευε την μπουγάδα της κοντά σε μηλιές. Το άρωμα των μήλων ήταν έντονο στον αέρα. Μια νέα μυρωδιά υπήρχε στο φόντο του αρώματος και έδεναν αρμονικά μαζί. Ο Έμετ προχωρούσε απλά προχωρούσε-μαλλον προς κάποια αγγαρεία για την Ρόζαλι. Ο ουρανός ήταν μωβ και σε κάποια σημεία πορτοκαλί. Θα συνέχιζε τον δρόμο του και δεν θα υπήρχε λόγος να θυμάται εκείνο το απόγευμα, μόνο που ένα αεράκι φύσηξε την μπουγάδα της γυναίκας και τον τύλιξε η οσμή της γυναίκας.
«Αχ,» βόγκηξα χαμηλόφωνα. Σαν να μην έφτανε η ανάμνηση της δικής μου δίψας.
Ξέρω. Δεν κράτησε πάνω από ένα λεπτό. Δεν σκέφτηκα καν να αντισταθώ.
Η ανάμνησή του παράγινε περιγραφική για να την αντέξω.
Σηκώθηκα στα πόδια μου, σφίγγοντας τα δόντια μου με δύναμη αρκετή για να κόψουν ατσάλι.
«Esta bien, Edward?»* Ρώτησε η καθηγήτρια Γκόφ, ξαφνιασμένη από την απότομη μου κίνηση.
«Emmet por favor, puedas tu ayuda tu hermano?»** Ρώτησε δείχνοντας με καθώς εγώ έφευγα από το δωμάτιο.
«Ασφαλώς,» τον άκουσα να λέει και ήταν ακριβώς πίσω μου.
Με ακολούθησε ως την άκρη του κτιρίου, όπου με σταμάτησε βάζοντας το ένα χέρι του σ τον ώμο μου.
Έδιωξα το χέρι του με περιττή δύναμη. Αυτή η κίνηση θα θρυμμάτιζε τα κόκκαλα ενός ανθρώπου.
«Λυπάμαι Έντουαρντ.»
«Το ξέρω» πήρα μερικές βαθιές ανάσες προσπαθώντας να καθαρίσω το κεφάλι μου και τα πνευμόνια μου.
«Είναι όσο άσχημα ήταν αυτό;» ρώτησε, προσπαθώντας να μην σκέφτεται την οσμή ή την γεύση της ανάμνησης-χωρις να τα καταφέρνει.
«Χειρότερα, Έμετ. Χειρότερα.»
Ήταν σιωπηλός για μια στιγμή.
Ίσως…
«Όχι, δεν θα ήταν καλύτερα αν ξεμπέρδευα. Πήγαινε πίσω στο μάθημα, Έμετ. Θέλω να μείνω μόνος.»
Γύρισε χωρίς δεύτερη κουβέντα. Θα έλεγε στην καθηγήτρια των Ισπανικών ή ότι ήμουν άρρωστος ή ότι έκανα κοπάνα ή ότι ήμουν ένας επικίνδυνα ανεξέλεγκτος βρικόλακας. Είχε σημασία η δικαιολογία; Ίσως να μην επέστρεφα. Ίσως έπρεπε να φύγω.
Πήγα πάλι στο αυτοκίνητό μου περιμένοντας να τελειώσει το σχολείο. Για να κρυφτώ. Πάλι.
Έπρεπε να ξοδέψω τον χρόνο μου για να πάρω αποφάσεις ώστε ξεδιαλύνω το θέμα. Αλλά σαν εθισμένος που ήμουν, βρήκα τον εαυτό μου να ψάχνει ανάμεσα την μουρμούρα των κτιρίων. Οι οικείες φωνές ξεχώριζαν αλλά δεν ήθελα να ακούσω στα οράματα της Άλις ή τα παράπονα της Ρόζαλι. Βρήκα εύκολα την Τζέσικα, αλλά δεν βρισκόταν με το κορίτσι, οπότε συνέχισα να ψάχνω. Βρήκα τις σκέψεις του Μάικ και την εντόπισα επιτέλους μαζί του στην γυμναστική. Δεν ήταν χαρούμενος επειδή της είχα μιλήσει σήμερα στην Βιολογία. Ανέλυε την απάντηση που του είχε δώσει όταν της το ανέφερε…
...Δεν τον έχω δει να μιλάει σε κανέναν για περισσότερο από μια λέξη από δω και από κει. Φυσικά και θα αποφάσιζε ότι η Μπέλλα ήταν ενδιαφέρουσα. Δεν μου αρέσει ο τρόπος που την κοιτάζει. Αλλά και αυτή δεν φαίνεται ιδιαίτερα ενθουσιασμένη μαζί του. Τι είχε πει; «Αναρωτιέμαι τι τον είχε πιάσει την προηγούμενη Δευτέρα.» κάτι τέτοιο. Δεν έμοιαζε σαν να την ένοιαζε. Δεν θα ήταν και καμιά τρομερή συζήτηση…
Μιλώντας στον εαυτό του προσπαθούσε να φτιάξει την διάθεσή του. Τον χαροποιούσε το γεγονός ότι η Μπέλλα φαινόταν αδιάφορη για συζήτηση που είχα μαζί της. Αυτό με ενοχλούσε περισσότερο απ’ότι θα έπρεπε, οπότε σταμάτησα να ακούω.
Έβαλα ένα cd δυνατής μουσικής στο στέρεο και ανέβασα την ένταση τόσο, ώστε να πνιχτούν τα μουρμουρητά. Έπρεπε να συγκεντρωθώ σκληρά στην μουσική για να μην μπω στον πειρασμό να ακούσω τις σκέψεις του Μάικ για να μην κατασκοπεύσω το κορίτσι…
Έκλεβα κάνα δύο φορές, καθώς κόντευε να τελειώσει η ώρα. Δεν την κατασκόπευα, προσπάθησα να πείσω τον εαυτό μου. Απλά προετοιμαζόμουν. Ήθελα να ξέρω ακριβώς πότε θα έφευγε από τη γυμναστική, πότε θα έφτανε στο παρκινγκ. Δεν ήθελα να με εκπλήξει.
Καθώς οι μαθητές άρχισαν να βγαίνουν από το γυμναστήριο, βγήκα από το αυτοκίνητό μου, χωρίς να είμαι σίγουρος γιατί το έκανα. Η βροχή ήταν ψιλή-την αγνόησα καθώς αυτή κατακαθόταν στα μαλλιά μου.
Ήθελα να με δει εδώ; Έλπιζα ότι θα ερχόταν να μου μιλήσει; Τι έκανα;
Δεν μετακινήθηκα, αν και προσπάθησα να πείσω τον εαυτό μου να επιστρέψει στο αυτοκίνητο, γνωρίζοντας πως η συμπεριφορά μου ήταν αμφισβητήσιμη. Δίπλωσα τα χέρια μου μπροστά στο στερνό μου και ανέπνεα ρηχά καθώς την έβλεπα να προχωράει αργά προς το μέρος μου, με μια μικρή γκριμάτσα στο πρόσωπό της. Δεν με κοίταξε. Μόνο μερικές φορές σήκωσε το κεφάλι της κοιτώντας τα σύννεφα με έναν μορφασμό σαν να την πρόσβαλλαν.
Απογοητεύτηκα όταν έφτασε στο αυτοκίνητό της πριν με περάσει. Θα μου είχε μιλήσει; Θα της είχα μιλήσει εγώ;
Μπήκε στο σκουριασμένο της φορτηγό-που ήταν πιο μεγάλο και από τον πατέρα της. Την είδα να το βάζει μπρός-η παλιά μηχανή του γρύλισε δυνατότερα από κάθε άλλο όχημα στο παρκινγκ- και άπλωσε τα χέρια της προς τους θερμαντήρες. Το κρύο της ήταν άβολο-δεν της άρεζε. Χτένισε τα μαλλιά της με τα δάχτυλά της σαν να ήθελε με την ζέστη να τα στεγνώσει. Φαντάστηκα πως θα μύριζε μέσα στο φορτηγό της και γρήγορα έδιωξα την σκέψη. Κοίταξε γύρω της σαν καθώς ήταν έτοιμη να ξεκινήσει το αυτοκίνητο και τελικά με βρήκε το βλέμμα της. Με κοίταξε για μισό δευτερόλεπτο, και το μόνο που μπορούσα να διαβάσω στα μάτια της ήταν έκπληξη, πριν τραβήξει το βλέμμα της για να κάνει όπισθεν. Και τότε φρέναρε απότομα καθώς το πίσω μέρος του φορτηγού παρά τρίχα δεν χτύπησε με το όχημα του Έριν Τίγκ.
Κοίταξε στον καθρέφτη της και είχε μια ενοχλημένη έκφραση. Όταν το άλλο όχημα πέρασε, τσέκαρε δύο φορές και μετά άρχισε να κάνει όπισθεν με τόση προσοχή μου με έκανε να χαμογελάσω. Ήταν σαν νόμιζε πως ήταν επικίνδυνη με το φορτηγό της.
Η σκέψη ότι η Μπέλλα Σουάν θα μπορούσε να είναι επικίνδυνη για οποιονδήποτε, άσχετα με το τι οδηγούσε, με έκανε να γελάσω, καθώς το κορίτσι με πέρασε οδηγώντας-το βλέμμα της καρφωμένο ευθεία.

(*Είσαι καλά Έντουαρντ?)
(**Έμετ, σε παρακαλώ, μπορείς να βοηθήσεις τον αδερφό σου?) |

Similar Documents

Premium Essay

Bleh

...Bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh bleh...

Words: 262 - Pages: 2

Free Essay

Bleh

...SUMMATIVE ASSESSMENT 1 Syllabus Class VI (2014-15) MATHEMATICS 1. Addition and subtraction of whole numbers 2. Multiplication and division with whole numbers 3. Collecting and displaying data 4. Numbers and patterns 5. Parts of a whole 6. Addition and subtraction of fractions and decimals 7. More on decimals 8. Metric units 9. Imperial units 10. Introducing geometry ( all the topics done in the class) English Literature 1. 'No Turning Back' by Beverley Naidoo: Chapters 1-6   2. Short Stories: Uncle Podgers by Jerome K. Jerome and The Kite-maker by Ruskin Bond   3. Poem: Abou Ben Athem by James Leigh Hunt English Language Syllabus Paper 1 Comprehension passage Antonyms and Synonyms Editing Vocabulary Writing Skills- Diary Writing and letter writing Paper 2 Comprehension passage Antonyms and Synonyms Editing Vocabulary Writing Skills- Story Writing and descriptive writing Chemistry Ch 8: The states of matter Ch 9: Properties of matter and materials Physics Ch 13: Measurements Ch 14: Forces and motion till page 212 excluding how springs stretch. Biology Ch 1  -   The Characteristics of living things Ch  2 -   Major organ systems Ch 7  -   Classification and Variation History Unit 1 - Introductory unit—what’s it all about Unit 2 - How did medieval monarchs keep control Unit3 - How hard was life for medieval people in town and country Geography ...

Words: 469 - Pages: 2

Premium Essay

Bleh

...Republic of the Philippines Congress of the Philippines Metro Manila Eighth Congress Begun and held in Metro Manila, on Monday, the twenty-third day of July, two thousand seven. Republic Act No. 6977             January 24, 1991 as amended by R.A. 8289 AN ACT TO PROMOTE, DEVELOP AND ASSIST SMALL AND MEDIUM SCALE ENTERPRISES THROUGH THE CREATION OF A SMALL AND MEDIUM ENTERPRISE DEVELOPMENT (SMED) COUNCIL, AND THE RATIONALIZATION OF GOVERNMENT ASSISTANCE PROGRAMS AND AGENCIES CONCERNED WITH THE DEVELOPMEN Be it enacted by the Senate and House of Representatives of the Philippines in Congress assembled:: CHAPTER I Section 1. Title. — This Act shall be known as the "Magna Carta for Small Enterprises." Sec. 2. Declaration of Policy. — recognizing that small and medium scale enterprises have the potential for more employment generation and economic growth and therefore can help provide a self-sufficient industrial foundation for the country, it is hereby declared the policy of the State to promote, support, strengthen and encourage the growth and development of small and medium enterprises in all productive sectors of the economy particularly rural/agri-based enterprises. To this end, the Senate shall undertake the spur the growth and development of small and medium enterprises throughout the country and thereby attain countryside industrialization: (a) by assuring, through the establishment of adequate support structure, and the creation and promotion of an...

Words: 3730 - Pages: 15

Free Essay

Bleh

...Aisling McDonagh Mrs. Webster Latin II February 19th, 2014 Roman Engineering 1. How do we know anything about the Haterii family? Give two facts we can deduce from that evidence. The various carvings on the family tomb of the Haterii, especially the crane, suggest that at least one member of the family was a prosperous building contractor. One of his contracts was for a magnificent arch to commemorate the popular Emperor Titus who died after a short reign (a.d. 79-81). 2. What was the social status of the unskilled laborers? Most of unskilled laborers were slaves and poor free men. 3. List at least four hand tools that we have inherited almost unchanged from the Romans. Why was the use of hand tools so laborious in Roman times? Mallets, chisels, crowbars, trowels, saws, and planes are some modern hand tools that have been inherited almost unchanged from the Romans. The important difference is that the Romans did not have the small electric motor that makes the modern power tools less laborious to use. 4. What was the cement mortar used for? The cement mortar was used, as today, for a thin but effective adhesive layer between bricks or stones. 5. Name two main structural uses of concrete. Concrete became a substitute for stone in the building of arches and vaulted ceilings. They also used it on the aqueducts that supplied Rome with millions of gallons of fresh water daily. 6. Describe another use of concrete and described four...

Words: 874 - Pages: 4

Premium Essay

Bleh

...| New Tech High@CoppellQuinceañeras Video | STUDENT: _____________________________EVALUATOR: ______________ DATE: _______ | CRITERIA | UNSATISFACTORY(Below Performance Standards) | PROFICIENT(Minimal Criteria) | ADVANCED(Demonstrates Exceptional Performance) | VideoWritten Communication | * Script does not include all required verbs and nouns. * Reflexive verbs are used improperly * Antes de and después de are not used properly * No mention of time when activities occur or time stated improperly * Script has many grammar and/or vocabulary errors * Script does not fulfill purpose of the assignment | Script includes * At least 10 reflexive verbs used properly * At least 5 nouns from the vocabulary list * Antes de and después de used properly * What time activities occurScript has few grammar and vocabulary errors.Script answers the question ¿Cómo te preparas para una quinceañera? | In addition to meeting the PROFICIENT criteria… * Script shows more complexity and /or variety in sentence structures. * Script has no grammar or vocabulary errors. * Exceptional creativity in the storyline. | | 0 - - - - - - - - - - - - 15 - - - - - - - - - - - - 30 | 35 - - - - - - - - - - - - 39 - - - - - - - - - - - -44 | 45 - - - - - - - - - - - -48 - - - - - - - - - - - - 50 | VideoOral Communication | * Learners pronunciation makes it difficult to understand * Some group members do not speak in the video | * Learners have good pronunciation...

Words: 291 - Pages: 2

Premium Essay

Bleh

...Chapter 3 The Balance Sheet and Financial Disclosures Exercise 3–3 1. f Accrued interest payable 10. a Supplies 2. d Franchise 11. c Machinery 3. -c Accumulated depreciation 12. c Land, in use 4. a Prepaid insurance, for 2014 13. f Unearned revenue 5. g Bonds payable, due in 10 years 14. d Copyrights 6. f Current maturities of long-term debt 15. h Preferred stock 7. f Note payable, due in 3 months 16. b Land, held for speculation 8. b Long-term receivables 17. a Cash equivalents 9. b Bond sinking fund, will be used to 18. f Wages payable retire bonds in 10 years Exercise 3–8 | | | |CONE CORPORATION | | |Balance Sheet (Partial) | | |At December 31, 2013 | | | | |...

Words: 431 - Pages: 2

Free Essay

Bleh

...ToK Essay Assessment Criteria AUnderstanding knowledge issues | marks | 1-2 | 3-4 | 5-6 | 7-8 | 9-10 | | Treatment of relevant KIs … | very little | some | for the most part | consistently maintained as its focus | consistently maintained as its focus | | AOKs and/or WoKs … | merely mentioned | largely ineffective links | some effective links | effective links and some comparisons | effective links and comparisons are elaborated | | Understanding of KIs … | little understanding | rudimentary understanding | some understanding | good understanding | sophisticated understanding | BKnower’s perspective | marks | 1-2 | 3-4 | 5-6 | 7-8 | 9-10 | | Independent thinking about the KIs … | no evidence | very little evidence | some evidence | adequate evidence | much evidence | | Personal engagement with KIs … | limited | some | essay shaped in a way that shows personal engagement | essay shaped in a way that shows thoughtful personal engagement and some self-awareness as a knower | essay shaped in a way that shows personal reflective exploration and significant self-awareness as a knower | | Different perspectives … | no attempt to acknowledge or explore | mentioned, but no attempt to explore them | awareness they may exist, but little attempt to explore | acknowledgment, and some attempt to explore | serious consideration | | Examples chosen … | no appropriate | sometimes appropriate | appropriate, though may be little variety in sources | effective, with...

Words: 526 - Pages: 3

Premium Essay

Bleh

...Throughout the novel, Mary Shelley’s Frankenstein proposes the parallel between monster and man, and the raises the question as who is the real monster; Victor Frankenstein or the monster he created. In passage A, Mary Shelley conveys that man and monster are not entirely different and rather the real monster is essentially mankind. In this case, Shelley uses specific word choices, along with character development and parallels to demonstrate that man and monster are indistinguishable. In the following passage, Mary Shelley’s choice of words and characterization indicates that man and monster are along the same spectrum. Robert Walton writes, “My affection for my guest increases every day. He excites at once my admiration and my pity to an astonishing degree. How can I see so noble a creature destroyed by misery without feeling the most poignant grief?” (Shelley 12-13). The idea that Walton addresses Victor Frankenstein as a “noble creature” is crucial in identifying as to what is considered to be human. He addresses Victor as a creature with understanding, and “gentle, yet so wise; his mind cultivated…” (Shelley 13). Mary Shelley associates man as creature; creature with intelligence, feelings, and innocence. This pinpoints to the idea that man is monster. In addition, the passage sets up the scene for the telling of Victor’s narrative. Mary Shelley uses Walton’s character as an introduction whose story parallels that of Frankenstein’s. In the second letter, Walton addresses...

Words: 470 - Pages: 2

Premium Essay

Bleh

...Tristan Waters Tuesday 9:35-12:35 30 August 2015 Astronomy on the Internet In this lab report I have three objectives. The first will be to find and record information on a specific telescope/observatory. Next will be to describe an astronomical image and explain its interest. Lastly is to find and describe the events of a space mission. Though there are thousands of observatories/telescopes all around the world and after several minutes of researching I have chosen but one, the NAOJ Hawaii Observatory. It is located in Mauna Kea, Hawaii. This particular observatory is home to the Subaru Telescope and is operated by the National Institutes of Natural Sciences. The Subaru Telescope is one of the world’s largest and most advanced telescopes. It is 22.2 meters tall, 27.2 meters wide and weighs 555 metric tons. The Subaru Telescope’s main focus is in optical and infrared imaging. The telescope has been used to find many galaxies and has captured images all across the universe. One such image captured was the moment when a probe from the NASA spacecraft Deep Impact crashed into Comet Tempel 1 in July 2005. The Subaru Telescope has made several great discoveries and because of its open use program, which allows astronomer from throughout the world have access to it. Using telescopes scientist are able to capture images from across the universe. One such images is of an asteroid that was slowly breaking down into several pieces as it neared the sun. In the image an asteroid...

Words: 420 - Pages: 2

Free Essay

Bleh Blehhhhhh

...BASIC PAY—EFFECTIVE JANUARY 1, 2014 Pay Grade O-10 1 2 or less Over 2 Over 3 Over 4 Over 6 Over 8 Over 10 Over 12 Over 14 Over 16 Over 18 O-91 O-81 O-71 O-62 O-5 O-4 O-3 O-2 O-1 O-33 O-23 O-13 W-5 W-4 W-3 W-2 W-1 E-94 E-8 E-7 E-6 E-5 E-4 E-3 E-2 E-15 9,946.20 8,264.40 6,125.40 5,106.60 4,405.80 3,873.90 3,347.10 2,905.20 10,272.00 8,648.40 6,729.60 5,752.50 5,100.30 4,391.40 3,812.10 3,024.00 10,488.30 8,826.00 7,171.20 6,150.60 5,440.80 4,739.70 4,390.50 3,655.50 10,548.60 8,967.30 7,171.20 6,225.60 5,516.40 5,167.80 4,538.70 3,655.50 5,167.80 4,538.70 3,655.50 4,551.60 4,015.80 3,699.90 3,401.10 10,818.60 9,222.90 7,198.50 6,474.30 5,832.30 5,415.30 4,632.30 3,655.50 5,415.30 4,632.30 3,903.30 4,761.00 4,179.60 3,909.90 3,606.60 11,269.20 9,475.80 7,507.20 6,622.80 6,171.00 5,687.10 4,632.30 3,655.50 5,687.10 4,779.90 4,047.90 4,968.30 4,501.80 4,236.00 3,909.30 3,959.40 3,594.90 3,228.60 2,922.30 2,427.30 2,034.90 1,716.90 11,373.90 9,767.70 7,547.70 6,949.50 6,593.10 5,862.60 4,632.30 3,655.50 5,862.60 5,028.60 4,195.20 5,178.00 4,837.20 4,397.40 4,050.60 4,836.90 4,134.30 3,709.80 3,331.50 3,076.20 2,427.30 2,034.90 1,716.90 11,802.00 10,059.00 7,547.70 7,189.50 6,921.30 6,151.50 4,632.30 3,655.50 6,151.50 5,220.90 4,340.10 5,493.90 4,995.00 4,556.40 4,247.70 4,946.40 4,242.90 3,914.40 3,530.40 3,094.80 2,427.30 2,034.90 1,716.90 11,924.70 10,351.20 7,976.70 7,499.70 7,149.60 6,302.40 4,632.30 3,655.50 6,395...

Words: 8006 - Pages: 33

Premium Essay

Blah Blah Blah

...Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh Bleh bleh bleh ...

Words: 861 - Pages: 4

Premium Essay

To Love

...To Love is to love but not to love is to die an what not…pineapples what are they are they the product of a pine cone loving a apple and limes does it hurt that everyone loves lemons over you does it hurt how oranges are so good yet grapefruit are fucking disgusting the dog flew the cat lived the mango was good on my water ice… if cucumber can become pickles why cant I become a phoenix if jake can love a rainacon why cant I love you to love is th love an wtf is this shit bleh bleh bleh bleh 250 words why must I hurt with love I love you yes I do I do I do love orange soda who do you do that’s who now fly with me to the land of ooohh pickles fly high in the sky like rain on the ground high like a bird or down like a turd up up an away on this beautiful day I sore but no more cuz my wings hurt I worked a 12 hr shift when I meet her she will love me for me an I for her we will love an be loved by me she was a child an I was a child by the seagull im alomost there just about don’t the finish line is within reach do u see me hun I loe u u love me we will be will be bam bitch 250 mother humping...

Words: 251 - Pages: 2

Premium Essay

Strategic Management

...------------------------------------------------- CH 1 : NATURE OF STRATEGIC MNGEMENT WHAT IS STRATEGIC MANAGEMENT?? Meaning = art n science of formulating, implementing n evaluating cross functional decisions that enable an organization to achieve the objective Focus on = marketing, finance/accountg, R&D, production/operation Purpose = to exploit n create a new n different opportunities for tomorrow (long term) n optimize for tomorrow the trends of today STAGES OF STRATEGIC MANAGEMENT I. Strategy formulating * Melibatkn top manager * Apa kne buat??? * Develop vision n mission * Knalpasti pluang n ancaman luaran bg sbuah organisasi * Knalpasti kekuatan n klmahan dlmn organisasi * Generating alternative strategy * Pilih strategy tbaik utk dlksanakn * Issues??? * Bisnes apa nk buat @ dlpskn? * Cne nk pruntukn sumber2 yg ade * Nk kmbgkn bisnes @ x? * Nk msuk intrntional market @ x? II. Strategy implementing * Melibatkn semua pkrja n manager * Called as “action stage” n mrupakan most difficult stage * Prlukn interpersonal skill yg tngi * Apa kne buat??? * Wjudkn obj thunan * Devise polisi * Motivate people * Pruntukn sumber spaya strategy frmulatg dpt dlksanakn * Prepare bajet * Utilizing information system * Memerlukn disiplin, komitmen n pngrbanan yg tngi * Uji kmampuan manager utk motivate pkrja (more art than science) * Issues??? * Ape yg ptot kte buat utk...

Words: 1028 - Pages: 5

Premium Essay

Book

...School with the grades, standards and expectations is a never-ending struggle. In middle school I was an amazing student, I even got recognition for maintaining above a 3.5 gpa through the whole of middle school. I expected similar successes in high school, but high school hit, and it hit hard. After a while I realized the hole that I sank into, and hence ensued the mad, erratic, crazing fight to get up. I tried hard, I tried real hard, but especially in 11th grade, it seemed the whole cosmos strained malevolently to hold me back. Time after time; my crazed, desperation soaked, striving self was viciously/cruelly undermined by the dark malicious hand of luck/fate, and constant, hapless human error. From failure I would rise and rise, but these blind superficial movements with no rejuvenating reprieve of the ever elusive success, would debase to mere writhing of anguish. The frustration was immense: how do you prove that you really know a concept when your test scores fail to attest to your understanding and effort put in? However my redemption did come. As it turns out, I got to my immense surprise and delight, fours on my ap tests, at last I could shove something in everyone's face, it was that long awaited reprieve, something to lift my chin up, and regain faith in myself and in my future, Yeah nigga long enough. This review assignment for algebra 2 trig honors, illustrates the kind of method of learning that I can use in the future to learn. This review assignment is essentially...

Words: 417 - Pages: 2

Premium Essay

132343hdghdfytuy

...Baking Tools and Equipment Mixing Tools Ovens Preparatory Tools Baking Tools Measuring Tools Baking Pans Other Baking Equipment Newtons 2nd Law of Motion The second law states that the net force on an object is equal to the rate of change (that is, the derivative) of its linear momentum pin an inertial reference frame: The second law can also be stated in terms of an object's acceleration. Since the law is valid only for constant-mass systems,[16][17][18] the mass can be taken outside the differentiation operator by the constant factor rule in differentiation. Thus, where F is the net force applied, m is the mass of the body, and a is the body's acceleration. Thus, the net force applied to a body produces a proportional acceleration. In other words, if a body is accelerating, then there is a force on it. Consistent with the first law, the time derivative of the momentum is non-zero when the momentum changes direction, even if there is no change in its magnitude; such is the case with uniform circular motion. The relationship also implies the conservation of momentum: when the net force on the body is zero, the momentum of the body is constant. Any net force is equal to the rate of change of the momentum. Any mass that is gained or lost by the system will cause a change in momentum that is not the result of an external force. A different equation is necessary for variable-mass systems (seebelow). Newton's second law requires modification if the effects of special...

Words: 1225 - Pages: 5